Δυτική στήριξη στην Ουκρανία: Από το «για όσο χρειαστεί» του 2022, στο «για όσο μπορέσουμε» του 2024
Ήταν Δεκέμβριος του 2022, 21 Δεκεμβρίου για την ακρίβεια, όταν ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι εμφανίστηκε ενώπιον του Κογκρέσου στην Ουάσιγκτον, καταχειροκροτούμενος.
Για την Ουκρανό ηγέτη, εκείνο ήταν μάλιστα το πρώτο ταξίδι στο εξωτερικό μετά τη ρωσική εισβολή, ένα ταξίδι «ιστορικό» που συνοδεύτηκε από μια αναλόγως «ιστορική» ομιλία, όπως θα έγραφαν τότε τα διεθνή ΜΜΕ, πλέκοντας το εγκώμιο του 40αρη προέδρου που τολμά να ορθώνει ανάστημα απέναντι στην αναθεωρητική ρωσική επιθετικότητα.
Έναν χρόνο μετά, ο Ζελένσκι επέστρεψε (την περασμένη Τρίτη, 12 Δεκεμβρίου) στην Ουάσιγκτον. Αυτήν τη φορά ωστόσο, η υποδοχή δεν ήταν το ίδιο ενθουσιώδης.
Ο 45χρονος Ουκρανός ηγέτης μετέβη στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ με στόχο να κρατήσει ζωντανή και ρέουσα την αμερικανική βοήθεια προς τη χώρα του, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συμπληρώνει πια δύο χρόνια πολύνεκρων μαχών και η ρωσική στρατιωτική βιομηχανία ανεβάζει ρυθμούς με στόχο να καλύψει τις ανάγκες μιας μακράς σε διάρκεια σύγκρουσης.
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι πήγε στην Ουάσιγκτον με προσδοκίες αλλά έφυγε από εκεί χωρίς να έχει γίνει σοφότερος ως προς το αν οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να στέλνουν όπλα στην Ουκρανία ή όχι, όπως αναφέρουν οι αναλυτές του αμερικανικού Politico.
«Είμαστε σε διαπραγματεύσεις για να εξασφαλίσουμε τη χρηματοδότηση που χρειαζόμαστε. Δεν υπόσχομαι τίποτα αλλά είμαι αισιόδοξος ότι θα την εξασφαλίσουμε· νομίζω ότι θα μπορέσουμε», δήλωσε, έπειτα από τη συνάντηση που είχε με τον Ζελένσκι στην Ουάσιγκτον την Τρίτη, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, υπογραμμίζοντας ότι η Ουάσιγκτον θα συνεχίσει μεν να στέλνει οπλικά συστήματα στην Ουκρανία αλλά «για όσο μπορεί» («as long as we can»), φράση η οποία απέχει πολύ από εκείνο το «για όσο χρειάζεται» του παρελθόντος («as long as it takes»).
«Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει φτάσει σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή καθώς, έπειτα από μήνες βίαιων μαχών, η Μόσχα πλέον νιώθει πιο σίγουρη ενώ ο Κίεβο δεν είναι πια τόσο βέβαιο για τις προοπτικές του», γράφουν οι Πολ Σόνι και Αντριου Κρέιμερ στους Τάιμς της Νέας Υόρκης, υπογραμμίζοντας ότι η αντεπίθεση που εξαπέλυσε η Ουκρανία πριν από ένα εξάμηνο «έχει αποτύχει».
«Για την Ουκρανία, τα αποθέματα πυρομαχικών, ανθρωπίνου δυναμικού και δυτικής υποστήριξης μειώνονται», σύμφωνα με την ίδια ανάλυση.
Στον αντίποδα, η Μόσχα μπορεί να έχει χάσει πολλές χιλιάδες άνδρες και να μετρά δυσβάσταχτες οικονομικές πληγές αλλά συνεχίζει…
Ο χρόνος, με άλλα λόγια, λειτουργεί στην παρούσα φάση σε βάρος του Κιέβου το οποίο αντιμετωπίζει βραχυπρόθεσμα μεγαλύτερες πιέσεις από ό,τι η Ρωσία.
Η Ουκρανία δεν μπορεί να συνεχίσει να προσδοκά στρατιωτικές επιτυχίες χωρίς δυτική στήριξη, πλην όμως αυτή η δυτική στήριξη βαίνει πια μειούμενη, τόσο σε πρακτικό επίπεδο (καθώς το Κιέβο ζητά ποσότητες πυρομαχικών που οι Δυτικοί δεν έχουν να του στείλουν επειδή έχουν πια εξαντλήσει μεγάλο μέρος των αποθεμάτων τους τα οποία μάλιστα δεν δύνανται να αναπληρώσουν με τον ρυθμό που θα ήθελαν) όσο και σε επίπεδο πολιτικής βούλησης (καθώς πολλοί στη Δύση αναθεωρούν πια τις προτεραιότητές τους… σε βάρος των Ουκρανών).
Οι ΗΠΑ, οι οποίες στήριξαν την εμπόλεμη Ουκρανία περισσότερο από κάθε άλλον τα τελευταία δύο χρόνια, πορεύονται πια με το βλέμμα στραμμένο (και) αλλού: στη Γάζα, στα σύνορα των Ηνωμένων Πολιτειών με το Μεξικό, στην Ταϊβάν και, κυρίως, στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024.
Οι στιγμές είναι κρίσιμες, με άλλα λόγια, για την Ουκρανία, όχι μόνο στα πεδία των μαχών αλλά και στο αμερικανικό Καπιτώλιο πίσω στην Ουάσιγκτον.
Ο Εντουαρντ Λους γράφει στους FT ότι υπάρχουν Ρεπουμπλικανοί που είναι διατεθειμένοι πια να «αδειάσουν» την Ουκρανία εάν πρόκειται έτσι να πλήξουν προεκλογικά τους Δημοκρατικούς και τον Τζο Μπάιντεν. Ο ανταποκριτής των Financial Times παρουσιάζει μάλιστα ως «φίλους του Πούτιν στις ΗΠΑ» τους ιθύνοντες της συντηρητικής δεξαμενής σκέψης «Heritage Foundation», τον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή Τζ. Ντ. Βανς από το Οχάιο κ.ά.
Ο Μάικ Τζόνσον, επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων, δεν έδειξε να βιάζεται να εγκρίνει καμία νέα βοήθεια προς την Ουκρανία κατά τη συνάντηση που είχε με τον Ζελένσκι την περασμένη Τρίτη στην Ουάσιγκτον, με τη στάση του προφανώς να απηχεί σε μεγάλο βαθμό τις διαθέσεις των Ρεπουμπλικανών όχι μόνο της Βουλής αλλά και της Γερουσίας για τους οποίους βασική προτεραιότητα είναι πια η ενίσχυση/αυστηροποίηση των ελέγχων στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό. Τούτων δοθέντων, είναι πια σαφές ότι δεν πρόκειται να περάσει από το αμερικανικό Κογκρέσο μέσα στο 2023 καμία νέα βοήθεια για την Ουκρανία…
Τι σημαίνει όμως αυτό για τη χρονιά που έρχεται;
Με βάση τα σημερινά δεδομένα (τα οποία δεν φαίνεται να μπορούν να αλλάξουν σημαντικά), οι αναλυτές των NY Times εκτιμούν ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε μια νέα ουκρανική αντεπίθεση μέσα στο 2024.
Αντιθέτως, υπάρχουν φωνές που καλούν την Ουκρανία να εστιάσει τώρα σε μια περισσότερο αμυντική στρατηγική θωράκισης των κεκτημένων της και ανασύνταξης («hold and build»).
Κατά μία άποψη, εάν οι Ρώσοι δεν καταφέρουν να σημειώνουν σημαντικές επιτυχίες στο στρατιωτικό μέτωπο τους προσεχείς μήνες, τότε μπορεί να θελήσουν να επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων προς τα τέλη του 2024 ή στις αρχές του 2025, με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα είναι και οι Ουκρανοί διατεθειμένοι να κάνουν κάτι ανάλογο.
Εν τω μεταξύ, ο Πούτιν θα έχει, από την πλευρά του, εξασφαλίσει μια νέα προεδρική θητεία στη Ρωσία. Οι ρωσικές προεδρικές εκλογές έχουν προγραμματιστεί για τον Μάρτιο του 2024 και ο 71χρόνος Πούτιν θα είναι εκ νέου υποψήφιος… παίζοντας επί της ουσίας χωρίς αντίπαλο.
Αντιθέτως, το (πολιτικό) μέλλον για τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι διαφαίνεται πια περισσότερο ακανθώδες και αβέβαιο, καθώς εκείνος καλείται να αντιμετωπίσει όχι μόνο εξωτερικές πιέσεις αλλά και εσωτερικές τριβές.
Σύμφωνα με αμερικανικά δημοσιεύματα, Ζελένσκι και Ζαλούζνι «συγκρούστηκαν» το περασμένο διάστημα, με φόντο τον πόλεμο που συνεχίζεται, ερίζοντας γύρω από τις ουκρανικές επιλογές και τον τρόπο με τον οποίο εκείνες επικοινωνούνται.
«Η αποτυχία της ουκρανικής αντεπίθεσης επιδείνωσε τις πολιτικές τριβές, κυρίως ανάμεσα στον Ζελένσκι και τον στρατηγό Βαλέρι Ζαλούζνι», γράφουν οι Π. Σόνι και Α. Κρέιμερ στους New York Times.
Η αποτυχία της ουκρανικής αντεπίθεσης δημιούργησε όμως παράλληλα τριβές και στον άξονα Ουάσιγκτον – Κιέβου. Οι Αμερικανοί λέγεται ότι είχαν προτείνει στους Ουκρανούς να κατευθύνουν την αντεπίθεσή τους στον νότο, όχι στα ανατολικά, και τώρα που αυτή η αντεπίθεση απέτυχε φέρονται να τους καλούν να υιοθετήσουν μια περισσότερο αμυντική στάση, προκειμένου να μην κινδυνεύσουν να χάσουν εδάφη.
Το Κίεβο ωστόσο, λέγεται πως είχε διαφορετική άποψη από τις ΗΠΑ αναφορικά με όσα έπρεπε να γίνουν, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τριβές.
«Χωρίς μια νέα στρατηγική και πρόσθετη χρηματοδότηση, Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να χάσει τον πόλεμο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δώσει τεράστια στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη στην Ουκρανία, πάνω από 111 δισεκατομμύρια δολάρια τα τελευταία δύο χρόνια. Ωστόσο σημαντικός αριθμός Ρεπουμπλικανών λέει τώρα ότι αντιτίθεται σε περαιτέρω δαπάνες ενώ άλλοι απαιτούν να δουν μια νέα στρατηγική (σ.σ. για τον πόλεμο) προτού εγκρίνουν πρόσθετα κεφάλαια για την Ουκρανία […] Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι χωρίς μια αλλαγή στη στρατηγική, το 2024 θα μπορούσε να καταλήξει να είναι παρόμοιο με το 1916, το πιο θανατηφόρο έτος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα έτος κατά το οποίο χιλιάδες νέοι άνδρες έχασαν τη ζωή τους χωρίς όμως να μετακινηθούν σημαντικά οι γραμμές στα πεδία των μαχών», γράφουν οι Τζ. Μπαρνς, Ε. Σμιτ, Ντ. Σάνγκερ και Τ. Γκίμπονς-Νεφ στους Τάιμς της Νέας Υόρκης.
Κορυφαίοι στρατιωτικοί των ΗΠΑ, όπως ο στρατηγός Κρίστοφερ Καβόλι (ανώτατος διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης – SACEUR, διοικητής της Ευρωπαϊκής Διοίκησης των ΗΠΑ – U.S. EUCOM) και ο αντιστράτηγος Αντόνιο Αγκούτο Τζούνιορ, προσπαθούν πλέον να διαμορφώσουν μια νέα στρατηγική για την Ουκρανία, σε συνεργασία με τις δυνάμεις του Κιέβου, μια στρατηγική την οποία πρόκειται να δούμε να αποκτά «σάρκα και οστά» μέσα στο 2024… το οποίο θα είναι όμως και έτος εκλογών στις ΗΠΑ.
Πώς θα μπορούσε, άραγε, να επηρεάσει μια νίκη Τραμπ την όποια νέα ουκρανική στρατηγική; Πίσω στο Κιέβο, οι περισσότεροι ανησυχούν. Μέχρι τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο του 2024, θα έχουν πάντως φανεί πολλά…