Δυσαναπλήρωτα κενά και καθυστερήσεις για την τουρκική αμυντική βιομηχανία
Στη φωτογραφία εντυπωσιακή η καλλιτεχνική απεικόνιση του Altay, αλλά απουσιάζει ο κινητήρας που, με μεγάλη καθυστέρηση, μάλλον εξασφαλίζεται τελικά μέσω Νότιας Κορέας.
Η τουρκική αμυντική βιομηχανία «αυτοαποθεώνεται» εδώ και χρόνια, προβάλλοντας μια «μεγαλειώδη» εικόνα σχεδόν μη-αναστρέψιμης γιγάντωσης. Με σύνθημά τους το «Made in Türkiye» και αιχμή του δόρατος εγχώρια drones, όπως το Bayraktar TB2 της Baykar του Σελτζούκ Μπαϊρακτάρ (γαμπρού του προέδρου Ερντογάν), οι Τούρκοι ιθύνοντες στέλνουν το μήνυμα πως βρίσκονται σε τροχιά… προς τα άστρα. Εάν κοιτάξει ωστόσο κανείς βαθύτερα, πέρα από τον (κατά κάποιους υπερβάλλοντα) φετιχισμό των τουρκικών drones, θα βρει ρήγματα και κενά, καθυστερήσεις και πρότζεκτ που δεν εξελίχθηκαν «σύμφωνα με το σχέδιο».
Για τις ελλείψεις σε πεπειραμένους πιλότους, που «μαστίζουν» την πολεμική αεροπορία της γείτονος, έχουν γραφτεί πολλά τα τελευταία σχεδόν πέντε χρόνια. Από την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου του 2016 και έπειτα, με φόντο το καθεστωτικό κυνήγι μαγισσών που θα ακολουθούσε και τις εκκαθαρίσεις (διώξεις, πρόωρες αποστρατείες κ.ά.) αντιφρονούντων ή φερόμενων ως αντιφρονούντων εντός του τουρκικού στρατεύματος.

Αναζητώντας πιλότους στο εξωτερικό
«Τις ημέρες έπειτα από την απόπειρα πραξικοπήματος, η τουρκική πολεμική αεροπορία έδιωξε (purged) περισσότερους από 300 πιλότους F-16, οι πιο πολλοί από τους οποίους είχαν χρόνια εμπειρίας», έγραφε ο έγκυρος (και καλά ενημερωμένος) Αμερικανός αναλυτής Άαρον Στάιν το φθινόπωρο του 2017. Τριάμισι χρόνια μετά, ένας άλλος αναλυτής, ο Μάικλ Πεκ, επανέρχεται στο θέμα μέσα από τις (ιστο)σελίδες του αμερικανικού περιοδικού The National Interest, υποστηρίζοντας ότι η Τουρκία αναζητά εναλλακτικές λύσεις. Εν προκειμένω, εκπαιδευτές πτήσεων για τους εναπομείναντες Τούρκους πιλότους των F-16 σε χώρες του εξωτερικού, όπως είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Πακιστάν, πλην όμως χωρίς επιτυχία. Στο ίδιο πλαίσιο, η Τουρκάλα αναλύτρια Βέρντα Εζέρ έρχεται μάλιστα να ερμηνεύσει και την αγορά των ρωσικών αντιαεροπορικών πυραύλων S-400 από την Άγκυρα, αλλά και το τουρκικό ενδιαφέρον για την απόκτηση-συμπαραγωγή αντιαεροπορικών-αντιβαλλιστικών συστημάτων (SAMP/T) από την ευρωπαϊκή (γαλλο-ιταλική) Eurosam, ως προσπάθειες που στόχο έχουν στην πραγματικότητα να καλύψουν τις λοιπές (μεταξύ άλλων και έμψυχες) ελλείψεις της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας.
Οι πολλαπλές απώλειες λόγω F-35
Στο μεταξύ βέβαια, τα τελευταία χρόνια, έχουν συμβεί και πολλά άλλα σημαντικά. Με πιο σημαντικό ίσως, μεταξύ αυτών, την «έξωση» της Τουρκίας από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των αμερικανικών μαχητικών πέμπτης γενιάς F-35. Σημειωτέον πως, σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, η Τουρκία επρόκειτο να παραλάβει συνολικά περισσότερα από 100 F-35 μέσα στα επόμενα χρόνια, εκσυγχρονίζοντας έτσι τον στόλο των μαχητικών της αεροσκαφών. Έναν στόλο πολλά από τα F-16 και τα F-4 του οποίου έχουν ήδη στην πραγματικότητα ολοκληρώσει τον κύκλο ζωής τους.
Το πρώτο και προφανές πρόβλημα έχει, λοιπόν, να κάνει με την ίδια τη μη παραλαβή των εν λόγω αεροσκαφών, το κενό των οποίων θα πρέπει τώρα η Άγκυρα να καλύψει με κάποιο άλλο μαχητικό πέμπτης γενιάς. Ποιο θα είναι αυτό; Οι απαντήσεις ακόμη ποικίλουν, με την ίδια την ηγεσία της τουρκικής Διεύθυνσης Αμυντικής Βιομηχανίας να διαμηνύει, δια του επικεφαλής της, Ισμαήλ Ντεμίρ, πως πρόκειται να δώσει προτεραιότητα στην ανάπτυξη του εγχώριου stealth μαχητικού TF-X (πάνω στο οποίο εργάζονται η τουρκική TAI μαζί με τη βρετανική BAE Systems). Η προοπτική είναι αυτό να αρχίσει να πετάει μέσα στη δεκαετία του 2030, εν μέσω όμως παράλληλα και πλήθους άλλων φημολογιών σύμφωνα με τις οποίες η Τουρκία θα μπορούσε να στραφεί και στο ρωσικό Sukhoi Su-57 ή στο κινεζικό Shenyang J-31.

Αεροπλανοφόρο… χωρίς αεροπλάνα
Η «έξωση» της Τουρκίας του Ερντογάν από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35 της αμερικανικής Lockheed Martin έχει όμως επιπτώσεις που εκτείνονται πέρα από τον αριθμό των stealth που ήταν προγραμματισμένο να παραλάβει η τουρκική πλευρά.
«Για την Τουρκία, το F-35 δεν ήταν απλώς ένα μαχητικό αεροσκάφος, αλλά ένα πρότζεκτ (σ.σ. συμπαραγωγής) στο πλαίσιο του οποίου το τουρκικό αμυντικό οικοσύστημα θα απασχολούσε χιλιάδες εργαζόμενους (σ.σ. για να παράγουν εξαρτήματα των αεροσκαφών), έχοντας ένα χαρτοφυλάκιο εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων», σημειώνει σε πρόσφατη ανάλυσή του για την τουρκική δεξαμενή σκέψης EDAM ο Τούρκος ακαδημαϊκός Τζαν Κασάπογλου. Υπογραμμίζει μάλιστα ότι, στις συνολικές απώλειες για την τουρκική πλευρά, θα πρέπει να συνυπολογιστούν και οι «βιομηχανικές ζημίες κάθε εμπλεκόμενης τουρκικής εταιρείας». Σύμφωνα με δημοσιεύματα (στο αμερικανικό Defense News κ.ά.), το ύψος της ζημίας για την εγχώρια τουρκική βιομηχανία ξεπερνά το 1,4 δισεκατομμύρια δολάρια.
Την ίδια ώρα ωστόσο, η απώλεια των F-35 έρχεται να επηρεάσει αρνητικά και άλλα μεγαλεπήβολα τουρκικά εξοπλιστικά πρότζεκτ. Η Τουρκία εργάζεται, επί παραδείγματι, εδώ και χρόνια πάνω στο υπό ναυπήγηση TCG Anadolu, ένα ελαφρύ αεροπλανοφόρο (light aircraft carrier) αμφίβιας εφόδου (amphibious assault). Ο λόγος για ένα πλοίο που έχει βασιστεί σχεδιαστικά στο Juan Carlos I του ισπανικού πολεμικού ναυτικού.
Το TCG Anadolu -που ενδέχεται να είναι έτοιμο έως το τέλος του 2021 ή μέσα στο 2022- σχεδιάστηκε ωστόσο με την προοπτική να μεταφέρει αεροσκάφη με δυνατότητα σύντομης απογείωσης και κάθετης προσγείωσης (STOVL – Short Take-Off and Vertical Landing), όπως είναι, για παράδειγμα, τα F-35B ή τα παλαιότερα αμερικανικά Harrier. Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βέβαια, όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, δεν αναμένεται να αποκτήσει F-35B, όπερ σημαίνει ότι βρίσκεται ξαφνικά να έχει επενδύσει σε ένα ελαφρύ αεροπλανοφόρο… χωρίς αεροπλάνα. Τι θα μπορούσε να κάνει εναλλακτικά; Να «εξοπλίσει» το TCG Anadolu με naval drones τα οποία θα έχουν STOVL (Short Take Off and Vertical Landing) ή VTOL (Vertical Take-Off and Landing) και STOBAR (Short Take-Off But Arrested Recovery) ή CATOBAR (Catapult Assisted Take-Off But Arrested Recovery) δυνατότητες, για να μπορούν δηλαδή να πετούν από αεροπλανοφόρα. Τα υπάρχοντα τουρκικά drones (Bayraktar TB2, Aksungur, Akıncı) δεν είναι φτιαγμένα για τέτοιου τύπου αποστολές στη θάλασσα (marinized), πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να τροποποιηθούν. Σύμφωνα με τις σχετικές ανακοινώσεις της τουρκικής πλευράς, η αμυντική βιομηχανία της εργάζεται ήδη για αυτόν τον σκοπό πάνω σε ένα νέο μοντέλο, το Bayraktar TB3.
Αλλά ακόμη και αν το TCG Anadolu «εξοπλιστεί» τελικώς με drones, πολλοί είναι εκείνοι (μεταξύ αυτών και οι αναλυτές της τουρκικής «ανεξάρτητης ερευνητικής ομάδας» Blue Melange) που σημειώνουν με νόημα ότι τα drones δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικά με ένα μαχητικό αεροσκάφος έναντι των από αέρος απειλών. Τα οπλισμένα drones δεν αποτελούν υποκατάστατο για τα F-35, όπως σημειώνει και ο Τζαν Κασάπογλου, μέσα από τις σελίδες της τουρκικής δεξαμενής σκέψης EDAM.

Καθυστερήσεις
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι το TCG Anadolu θα έχει ανάγκη τη συνοδεία και άλλων πολεμικών πλοίων με ικανά συστήματα αεράμυνας. Πλην όμως το τουρκικό πολεμικό ναυτικό δεν διαθέτει τέτοιου τύπου πλοίου άμυνας-αεράμυνας περιοχής (Regional Area Defence/Anti-Air Warfare). Μάλιστα το σχετικό πρόγραμμα για τις τουρκικές φρεγάτες TF2000 έχει μείνει πολύ πίσω, έπειτα από απανωτές καθυστερήσεις και αλλαγές σχεδίων. Να σημειωθεί, δε, πως πρόκειται για ένα πρόγραμμα που, στην πραγματικότητα, χρονολογείται από τη δεκαετία του 1990.
Μεγάλες καθυστερήσεις έχουν σημειωθεί, βέβαια, και σε άλλα πολυδιαφημισμένα τουρκικά εξοπλιστικά πρότζεκτ, τα οποία επίσης ακούγονται από τη δεκαετία του 1990. Ενδεικτική η περίπτωση του άρματος μάχης Altay για το οποίο οι Τούρκοι αναζητούσαν, επί σειρά ετών, κινητήρα στο εξωτερικό (Γερμανία) και, τελικώς, φαίνεται να βρήκαν μόλις πριν από ολίγους μήνες μέσω Νότιας Κορέας, χωρίς όμως το πρότζεκτ να έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Τουρκικά μεν, αλλά όχι 100% τουρκικά
Αλλά ακόμη και στο μέτωπο των -κατά γενική ομολογία- επιτυχημένων τουρκικών drones, υπάρχουν φωνές που βλέπουν πια τα σύννεφα να πυκνώνουν σε συνάρτηση και με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η τουρκική οικονομία.
«Η οικονομία, που βρίσκεται χωρίς ταμειακά διαθέσιμα, και οι τεχνολογικές προκλήσεις ενδέχεται να επιβραδύνουν την περαιτέρω πρόοδο για την ακμάζουσα βιομηχανία των drones της Τουρκίας», σημειώνει σε ανάλυσή του (τον Απρίλιο 2021) το ισραηλινό BESA Center (Begin-Sadat Center for Strategic Studies). «Τα τουρκικά συστήματα drone δεν είναι 100% τουρκικά. Τα εξαρτήματα που προέρχονται από το εξωτερικό και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις της Τουρκίας με τις χώρες που τα παράγουν μπορούν να διαταράξουν τον κύκλο παραγωγής», σημειώνει με νόημα ο συντάκτης της έκθεσης, Μπουράκ Μπεκντίλ. Επικαλείται, μεταξύ άλλων, και το σχετικά πρόσφατο παράδειγμα του Καναδά που στα τέλη του 2020, στον απόηχο του πολέμου στο Ναγκόρνο Καραμπάχ και της εκεί τουρκικής εμπλοκής με την πλευρά του Αζερμπαϊτζάν, ανακοίνωσε πως σταματά να προμηθεύει με εξαρτήματα-συστήματα την τουρκική βιομηχανία των drones. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι τα Bayraktar, για παράδειγμα, δεν θα μπορούν στο μέλλον να «φορούν» αισθητήρες και συστήματα απεικόνισης και εντοπισμού της καναδικής L3Harris WESCAM, η οποία όμως ξεχωρίζει ως μια από τις κορυφαίες διεθνώς στο αντικείμενό της.