Δόγμα «Total Defense» από τη Σουηδία με κούρσα εξοπλισμών και το βλέμμα στη Μόσχα
Για τον «πολύ κόσμο», η Σουηδία είναι μια χώρα γεωπολιτικά «αμέτοχη». Μια χώρα στρατιωτικά «ανένταχτη» (και ιστορικά «ουδέτερη») που τυρβάζει περί άλλα, απαλλαγμένη από εκείνη την ένταση της πρώτης γραμμής των γεωπολιτικών ανταγωνισμών που βρίσκει κανείς -για παράδειγμα- στα ανοιχτά μέτωπα της Ελλάδας με την Τουρκία, της Ιαπωνίας με την Κίνα ή της Πολωνίας με τη Ρωσία, μεταξύ άλλων.
Η Σουηδία άφησε πίσω της τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χωρίς να γνωρίσει γερμανική ή άλλη κατοχή. Και αργότερα, μεταπολεμικά, είδε την οικονομία της μεν να ανθεί με φόντο το Σχέδιο Μάρσαλ, αλλά χωρίς η ίδια ποτέ να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, όπως τόσοι άλλοι. Έπειτα από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι στρατιωτικές της δαπάνες θα υποχωρούσαν ακόμη περισσότερο, ενώ και η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία επίσης θα καταργείτο (το 2010). Εν έτει 2021 πια, η πατρίδα του ειρηνιστή Ούλωφ Πάλμε εξακολουθεί να παραμένει εκτός Βορειοατλαντικού Συμφώνου. Αυτή είναι όμως μόνο η μία όψη του νομίσματος, μια όψη που δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα.

Διότι η Σουηδία υπήρξε και πολλά άλλα… εκ διαμέτρου αντίθετα από όσα προαναφέρθηκαν: μια από τις πλέον «στρατιωτικοποιημένες» χώρες διεθνώς κατά τη διάρκεια της ψυχροπολεμικής περιόδου. Μια χώρα η ανατολική ακτογραμμή της οποίας ήταν από τις περισσότερο «θωρακισμένες» στρατιωτικά ακτές της υφηλίου, αλλά και μια χώρα με ισχυρή εγχώρια αμυντική βιομηχανία (Saab AB) η πολεμική αεροπορία της οποίας ήταν, επί σειρά ετών, η τέταρτη ισχυρότερη παγκοσμίως. Στο διάβα του χρόνου, η Σουηδία θα έδειχνε όντως να αποκηρύσσει τη στρατιωτικοποίηση, σπρώχνοντας αμυντικές ανησυχίες και λοιπές σχετικές προτεραιότητες κάτω από το χαλί του -δια στόματος Φουκουγιάμα, καλούμενου «τέλους της ιστορίας». Οι αμυντικές της δαπάνες έως το 2010 είχαν υποχωρήσει στο 1% του ΑΕΠ από περίπου 2,5% που ήταν το 1990. Πολλές από τις στρατιωτικές της βάσεις είχαν βάλει λουκέτο, ενώ και οι ναυπηγικές εγκαταστάσεις σε Μουσκό, Κάρλσκρουνα, Μάλμε είχαν εν τω μεταξύ πωληθεί στη γερμανική Thyssen Krupp.
Το 2014 ως θρυαλλίδα αλλαγών
Και μετά ήρθε η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014 να προκαλέσει συναγερμό πίσω στη Στοκχόλμη, αντιστρέφοντας πλήρως την εικόνα της «ειρηνιστικής» επανάπαυσης. Ξεκινώντας από το 2015, η Σουηδία άρχισε και πάλι να προετοιμάζεται για σενάρια πολέμου και μάλιστα ποικιλοτρόπως: ανεβάζοντας κατακόρυφα τις αμυντικές της δαπάνες, αναδιοργανώνοντας και αναδιατάσσοντας τις σουηδικές ένοπλες δυνάμεις, αυξάνοντας τον αριθμό των στρατιωτών, αγοράζοντας όπλα από το εξωτερικό, υπογράφοντας συμφωνίες με άλλες χώρες και, παράλληλα με όλα αυτά, προετοιμάζοντας το σύνολο του σουηδικού πληθυσμού για το ενδεχόμενο μιας πολεμικού χαρακτήρα κρίσης («Total Defense»).
Οι αμυντικές δαπάνες που είχαν υποχωρήσει δραματικά, άρχισαν, λοιπόν, και πάλι να ανεβαίνουν κατακόρυφα. Σύμφωνα μάλιστα με όσα ανακοίνωσε ο Σουηδός υπουργός Άμυνας, Πέτερ Χούλτβιστ, πίσω στα τέλη του 2020, εκείνες αναμένεται έως και το 2025 να έχουν αυξηθεί κατά 40% σε σύγκριση με το 2020. Εάν συγκριθεί, δε, με τα στοιχεία του 2014, η αύξηση στις αμυντικές δαπάνες αναμένεται έως το 2025 να έχει αγγίξει το 85%, ενώ και ο ίδιος ο Χούλτβιστ μιλάει χαρακτηριστικά για τη «μεγαλύτερη αύξηση» των τελευταίων «70 ετών».
Ολική επαναφορά
Μαζί με τις δαπάνες, πρόκειται βέβαια να αυξηθεί και ο αριθμός των Σουηδών στρατιωτών που από 60.000 αναμένεται να ανέλθουν σε 90.000. Στο μεταξύ, η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία έχει επίσης επιστρέψει (αλλά για περιορισμένο αριθμό ανδρών και γυναικών) ήδη από το 2017. Κάποιες από τις στρατιωτικές βάσεις που είχαν κλείσει ξανανοίγουν, με τις σουηδικές ένοπλες δυνάμεις να επιστρέφουν σε περιοχές, όπως είναι για παράδειγμα το νησί Γκότλαντ στη Βαλτική. Όσο για τις τοπικές βιομηχανικές μονάδες της γερμανικής ThyssenKrupp Marine Systems AB, έχουν πια εξαγοραστεί από τη σουηδική Saab.
Αυτό που παρουσιάζει όμως ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον από οργανωτική-στρατηγική σκοπιά, είναι το «δόγμα» της σουηδικής «Total Defense» («συνολικής άμυνας») που εμπλέκει όχι μόνο τις ένοπλες δυνάμεις και τον κρατικό μηχανισμό, αλλά και το σύνολο του πληθυσμού της σκανδιναβικής χώρας στα σενάρια της αμυντικής της θωράκισης.
Και όλα αυτά με το βλέμμα στραμμένο κυρίως προς τη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν που έχει, από την πλευρά της, επίσης πυκνώσει, επεκτείνει και εντατικοποιήσει τη στρατιωτική της παρουσία στη Βαλτική (σε επίπεδα πρωτοφανή για τα μεταψυχροπολεμικά δεδομένα, όπως καταγγέλλει η Στοκχόλμη), και λιγότερο προς την Κίνα του Σι Τζινπίνγκ. Όμως το Πεκίνο, επίσης, κοιτάει, με ολοένα εντονότερο ενδιαφέρον, προς τη μεριά των θαλασσίων οδών στην ευρύτερη γεωγραφική «περιφέρεια» της Αρκτικής (αν και η Σουηδία δεν έχει ακτές που να βρέχονται από τη Θάλασσα του Μπάρεντς).
Κινεζικές δυνάμεις πήραν μέρος στα ρωσικά στρατιωτικά γυμνάσια «Kavkaz 2020» το περασμένο φθινόπωρο υπό το ανήσυχο βλέμμα των Σουηδών που είχαν δει μόλις ολίγους μήνες πριν, το καλοκαίρι του 2020, τις ρωσικές πολεμικές δυνάμεις να προχωρούν σε διαδοχικές επιδείξεις ισχύος στη Βαλτική (άσκηση «Ocean Shield 2020» κ.ά.).
Προβληματισμός υπάρχει όμως και αναφορικά με τις εξελίξεις εντός των σουηδικών συνόρων. Ως αιτία «προβληματισμού» αντιμετωπίστηκε, για παράδειγμα, μια υπόθεση κατασκοπίας που είδε σχετικά πρόσφατα το φως της δημοσιότητας. Πρωταγωνιστής ένας 47χρονος Σουηδός που συνελήφθη να «πασάρει» πληροφορίες των σουηδικών εταιρειών Scania και Volvo σε Ρώσο διπλωμάτη, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα φακέλους με μετρητά. Ο 47χρονος Σουηδός τελικώς κρίθηκε ένοχος. Αντιθέτως, ο Ρώσος εκμεταλλεύτηκε τη διπλωματική του ασυλία και έφυγε στο εξωτερικό.

«Απειλές» από Ρωσία
Για τη σουηδική ηγεσία, το διακύβευμα είναι μεγάλο και οι δυνητικές απειλές διόλου ευκαταφρόνητες. «Έχουμε μια κατάσταση όπου η ρωσική πλευρά προτίθεται να κάνει χρήση στρατιωτικών μέσων για να επιτύχει πολιτικούς σκοπούς», δήλωνε ο Σουηδός υπουργός Άμυνας Πέτερ Χούλτβιστ το φθινόπωρο του 2020. Στοκχόλμη και Μόσχα έχουν κοντραριστεί στο παρελθόν, αρκετά παλαιότερα. Tο 1952, για παράδειγμα, με τους Σοβιετικούς να καταρρίπτουν δύο σουηδικά αεροσκάφη πάνω από διεθνή ύδατα στη Βαλτική. Το 1981 σοβιετικό υποβρύχιο προσάραξε σε αβαθή κοντά στη σουηδική ναυτική βάση της Κάρλσκρουνα εντός των σουηδικών χωρικών υδάτων. Πιο πρόσφατα, το 2014, υπήρξε περιστατική με «πρωταγωνιστή» και πάλι ένα ρωσικό υποβρύχιο. Εν έτει 2021 πια, οι Σουηδοί αντιμετωπίζουν με έκδηλη ανησυχία την ενισχυμένη παρουσία των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στη Βαλτική. Άλλωστε οι ίδιοι κατηγορούν τις σοβιετικές δυνάμεις πως παραβιάζουν τον εναέριο χώρο και τα θαλάσσια σύνορα της Σουηδίας, πως παρενοχλούν σουηδικά αεροσκάφη κ.ά.
Οι θάλασσες του βορρά έχουν τη δική τους διόλου ευκαταφρόνητη αξία. Από τα νερά τους περνούν εμπορεύματα και από τον βυθό τους καλώδια, ενώ ολοένα πυκνότερα «φυτρώνουν» το τελευταίο διάστημα στα νερά της Βαλτικής και τα «πάρκα» με τις ανεμογεννήτριες. Το σουηδικό λιμάνι του Γκέτεμποργκ ξεχωρίζει, μέσα σε όλα αυτά, ως το μεγαλύτερο της Σκανδιναβίας.
Αλλά και από καθαρά γεωπολιτική-στρατιωτική σκοπιά, η Σουηδία λειτουργούσε παλαιόθεν ως οριογραμμή ανάσχεσης των όποιων αναθεωρητικών ρωσικών φιλοδοξιών (εάν δεχθούμε ότι υπάρχουν, πράγμα που φυσικά αρνείται η ίδια η Ρωσία). Τόσο βόρεια δεν υπάρχει, άλλωστε, καμία άλλη μεγάλη στρατιωτική δύναμη που να μπορεί να αντικρούσει τη Ρωσία, όπως λέγεται.
Η γυναίκα αρχηγός
Όσο για τις δυνάμεις στην «πρώτη γραμμή» της σουηδικής άμυνας, εκεί βρίσκεται φυσικά το πολεμικό ναυτικό, με το βλέμμα, τα ραντάρ και τα κιάλια του σταθερά στραμμένα προς ανατολάς, υπό τις εντολές πλέον μιας γυναίκας. Η υποναύαρχος Εύα Σκόογκ Χάσλουμ (Ewa Skoog Haslum) βρίσκεται στην ηγεσία του σουηδικού πολεμικού ναυτικού από τον Ιανουάριο του 2020. Είναι μάλιστα η πρώτη γυναίκα στα χρονικά που ανεβαίνει τόσο ψηλά στην ιεραρχία των σουηδικών ενόπλων δυνάμεων. Υπό τις εντολές της, το πολεμικό ναυτικό πλέον γιγαντώνεται με ρυθμό πρωτοφανή για τα μετα(ψυχρο)πολεμικά δεδομένα, έχοντας το βλέμμα στραμμένο στη Ρωσία αλλά και στις δυνάμεις της Δύσης με τις οποίες η 52χρονη υποναύαρχος φιλοδοξεί, κατά τα λεγόμενά της, να αναπτύξει στενότερους δεσμούς συντονισμού και συνεργασίας. Χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει ότι επίκειται ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Σουηδία και Ηνωμένες Πολιτείες έχουν, σε πολιτικό επίπεδο, υπογράψει από το 2016 μια δήλωση προθέσεων (Statement of Intent) υπό τη σκέπη της οποίας έκτοτε πραγματοποιούν κοινές ασκήσεις και αναπτύσσουν τη μεταξύ τους συνεργασία. Σε αυτό το πλαίσιο, σουηδικές και αμερικανικές δυνάμεις πήραν μέρος το Νοέμβριο του 2020 σε κοινά διακλαδικά στρατιωτικά γυμνάσια με τα αμερικανικά US B-1B Lancer και τα σουηδικά Jas 39 Gripen να πετούν μαζί πάνω το έδαφος της σκανδιναβικής χώρας.
Ανάλογες στρατιωτικές ασκήσεις έχουν όμως προγραμματιστεί και για το προσεχές διάστημα. Ενδεικτικά αναφέρονται: η άσκηση «Northern Forest» με τη συμμετοχή Σουηδών και Φινλανδών, τα ετήσια στρατιωτικά γυμνάσια «BALTOPS» (Baltic Operations) στα οποία συμμετέχουν και δυνάμεις των ΗΠΑ, η άσκηση «Arctic Challenge Exercise 21» με τη συμμετοχή αεροπορικών δυνάμεων από τη Σουηδία, τη Φινλανδία, τη Νορβηγία κ.ά.

Κούρσα εξοπλισμών
Οι Σουηδοί πάντως συνεχίζουν να εξοπλίζονται. Εκσυγχρονίζουν κάποια από τα παλαιά τους υποβρύχια (HMS Uppland, HMS Gotland), ενώ παράλληλα ετοιμάζονται να προσθέσουν και άλλο ένα στο συγκεκριμένο στόλο. Τα υποβρύχια αυξάνονται από τέσσερα σε πέντε. Παράλληλα, αγοράζουν πυραύλους Patriot από τις ΗΠΑ, και εκσυγχρονίζουν-ανανεώνουν τον στόλο τους με τις κορβέτες, ενώ πρόκειται να αποκτήσουν και δύο νέα πολεμικά πλοία. Επίσης, τα μαχητικά JAS 39 Gripen C/D και JAS 39 E θα συνεχίσουν να αποτελούν την αιχμή του δόρατος της σουηδικής πολεμικής αεροπορίας, με το ενδιαφέρον όμως να στρέφεται παράλληλα και προς την ενίσχυση στο πεδίο του ηλεκτρονικού πολέμου.
Στην περίπτωση της Σουηδίας ωστόσο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ανάμεσα σε όλα τα άλλα και το concept της «συνολικής άμυνας» («Total Defense») που στόχο έχει να προετοιμάσει το σύνολο του πληθυσμού της χώρας για το ενδεχόμενο πολέμου. «Εάν έρθει κρίση ή πόλεμος: Σημαντικές πληροφορίες για τον πληθυσμό της Σουηδίας», ήταν ο τίτλος του πολυσέλιδου φυλλαδίου που μοίρασαν οι σουηδικές Αρχές στα νοικοκυριά της χώρας το 2018. Ο λόγος για ένα φυλλάδιο με πρακτικές οδηγίες («Τι κάνουμε σε περίπτωση τρομοκρατικής επίθεσης; […] Τι κάνουμε εάν δεχθεί επίθεση η Σουηδία; […] Συστήματα συναγερμού […] Καταφύγια […] Συμβουλές οικιακής ετοιμότητας […] Συμβουλές ενάντια στη διασπορά ψευδών πληροφοριών […]») που μπορεί να «κατεβάσει» κανείς από την ιστοσελίδα dinsakerhet.se, μεταφρασμένο μάλιστα σε συνολικά περισσότερες από 20 γλώσσες (όχι, τα ελληνικά δεν είναι μια από αυτές).
Total Defense
Το concept της «Total Defense» έχει τις ρίζες του πίσω στη δεκαετία του 1940. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτό, επί της ουσίας, απηχεί σε έναν βαθμό και το Άρθρο 3 της ιδρυτικής Συνθήκης του ΝΑΤΟ, σύμφωνα με το οποίο «τα Μέρη κεχωρισμένως και από κοινού, δια συνεχούς και αποτελεσματικής κατ’ ιδίαν προσπάθειας και αμοιβαίας αρωγής, θέλουσι διατηρήσει και αναπτύξει την ατομικήν και ένοπλον συλλογικήν αυτών ικανότητα προς αντίστασιν κατ’ ενόπλου επιθέσεως».
Σύμφωνα με το σουηδικό σκεπτικό, σε περίπτωση επίθεσης η κοινωνία θα πρέπει μέσα σε ένα διάστημα επτά ημερών να έχει αναδιαμορφωθεί-προσαρμοστεί προκειμένου εν συνεχεία να μπορέσει να επιβιώσει χωρίς έξωθεν βοήθεια για τουλάχιστον τρεις μήνες περιορίζοντας τις απώλειες, ατομικές αλλά και συλλογικές, στο ελάχιστο δυνατό.

Η τελευταία φορά που το σουηδικό κράτος είχε μοιράσει μια μπροσούρα τύπου «τι να κάνετε σε περίπτωση πολέμου;» ήταν το μακρινό 1961. Το ξαναέκανε το 2018, ενώ από το Νοέμβριο του 2019 θα ξεκινούσε και μια πανεθνική άσκηση με πολλά και διαφορετικά στάδια, υπό την ονομασία «Total Defense 2020», που ο αρχικός προγραμματισμός ήταν μάλιστα να ολοκληρωθεί το 2021.
«Μια περισσότερο ανθεκτική (σ.σ. resilient) κοινωνία είναι η ίδια παράγοντας αποτροπής», δήλωνε μόλις το περασμένο φθινόπωρο ο επικεφαλής της σουηδικής Υπηρεσίας Πολιτικής Προστασίας, Νιλς Σβαρτς, μιλώντας στη βρετανική δεξαμενή σκέψης Royal United Services Institute (RUSI), με τα λόγια του να ηχούν ανησυχητικά επίκαιρα. Πολύ δε περισσότερο εάν τα προσεγγίσει κανείς μέσα από το πρίσμα των συνθηκών που επικρατούν σήμερα εντός όχι της σουηδικής, αλλά… της ελληνικής κοινωνίας.