Μπορεί κανείς να προβλέψει τι θα δούμε το 2023;
Στη φωτογραφία: Η κα. Κρ. Λαγκάρντ αποφεύγει κάθε εκτίμηση για το πιθανό στόχο επιτοκίων, επιμένει στον όρο «τακτικές» και για «όσο χρειαστεί» αυξήσεις και δεν δείχνει αποφασιστικότητα για τον περιορισμό του ισολογισμού της ECB, ενώ επαναλαμβάνει ότι, για όλα, ευθύνεται η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, βρίσκομαι σε αμήχανη θέση, όταν με ρωτούν ποιες είναι οι προβλέψεις μου για την επόμενη χρονιά. Συνήθως, απαντώ ότι δεν γνωρίζω μεθόδους πρόγνωσης των μελλούμενων και άλλωστε δεν πιστεύω ότι μπορεί κανείς να προβλέψει το χρηματιστηριακό μέλλον. Το μόνο που μπορούμε είναι να κάνουμε εκτιμήσεις για το πώς θα ξεκινήσει η επόμενη χρονιά και να δούμε τις πιθανές εξελίξεις που διαμορφώνουν τα -υπάρχοντα και γνωστά σε εμάς- δεδομένα. Επίσης, αποφεύγω πάντα να δίνω απαντήσεις στα «γκάλοπ» για το πού θα κλείσει ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών ή ο S&P 500 στο τέλος της επόμενης χρονιάς. Θεωρώ ότι οι αναλυτές και οι επενδυτές δεν πρέπει να μπαίνουν στη διαδικασία πρόβλεψης τιμών σε συνδυασμό, μάλιστα, με προσδιορισμένο χρονικό ορίζοντα. Αυτό αποτελεί μια πολύ επικίνδυνη πρακτική που μπορεί να δημιουργήσει βεβαιότητά για κέρδη, γεγονός που δεν βοηθά να παραδεχτούμε μια λάθος επιλογή.
Ας δούμε, λοιπόν, ορισμένα βασικά -και γνωστά σε εμάς- γεγονότα, όπως είχαν διαμορφωθεί στο τέλος του 2022.
Αρχικά, είμαστε σε περιβάλλον ανοδικών επιτοκίων. Η αμερικανική FED έχει δώσει μια εκτίμηση για πιθανό επίπεδο επιτοκίων στο εύρος του 5%. Αντίθετα, η ECB το αφήνει ασαφές, μιλώντας για συχνές αυξήσεις, όσο είναι αναγκαίες για να περιοριστεί ο πληθωρισμός. Δεδομένου ότι τα επιτόκια της FED είναι στο 4,5% και ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ αποκλιμακώνεται, είναι πιθανό, μέχρι το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2023, να έχουν ολοκληρωθεί οι αυξήσεις επιτοκίων από τη FED. Στην Ευρωζώνη, αντίθετα, οι γωνίες του κάδρου δεν έχουν οροθετηθεί. Στη συνέντευξή της, μετά την πρόσφατη ανακοίνωση για την αύξηση των επιτοκίων της ECB στο 2,5%, η κα. Κρ. Λαγκάρντ απέφυγε κάθε εκτίμηση για το πιθανό στόχο επιτοκίων. Επέμενε στον όρο «τακτικές» και για «όσο χρειαστεί» αυξήσεις, δεν έδειξε αποφασιστικότητα για τον περιορισμό του ισολογισμού της ECB και τη μείωση του προγράμματος αγοράς ομολόγων και δεν έκανε δήλωση στήριξης για τις Κεντρικές Τράπεζες των κρατών-μελών που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Ανέφερε δε, χωρίς να ερωτηθεί, ότι οι συστημικές τράπεζες της Ευρωζώνης έχουν επαρκή κεφάλαια, ενώ επανέλαβε ότι, για όλα, ευθύνεται η ρωσική εισβολή. Εκτίμησε εξάλλου ότι θα έρθει μια -σύντομη και μικρού βάθους- ύφεση, χωρίς όμως να απαντήσει πώς θα είναι μικρή και σύντομη, όταν το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, για τη βιομηχανία και τα νοικοκυριά στην Ευρώπη, παραμένει συνδεδεμένο με την τιμή του φυσικού αερίου. Τέλος, ανέφερε ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί στο 2,3% το 2025, ποσοστό που είναι πάνω από το στόχο του 2%! Με άλλα λόγια, δεν έπεισε τις αγορές για τους χειρισμούς και την αποφασιστικότητα της ECB και των Ευρωπαίων ηγετών να δράσουν γρήγορα και συντονισμένα.

Οι οικονομίες στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ δεν έχουν εισέλθει ακόμα σε φάση ύφεσης, καθώς -για να συμβεί αυτό- πρέπει να καταμετρηθεί αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης για δύο συνεχόμενα τρίμηνα. Αναμένουμε να δούμε τα επόμενα τρίμηνα, στα κέρδη των εταιρειών και στο ΑΕΠ, την αρνητική επίδραση από την αύξηση του χρηματοδοτικού κόστους και την ταυτόχρονη αύξηση του μισθολογικού κόστους και των πρώτων υλών. Να σημειώσουμε ότι, στην Ευρώπη, το μισθολογικό κόστος έχει αρχίσει να αυξάνεται από το Μάρτιο του 2022 και στις ΗΠΑ από τον Αύγουστο του 2022.
Παράλληλα, η εφοδιαστική αλυσίδα παραμένει ασταθής και μη προβλέψιμη. Τη στιγμή αυτή, η εικόνα βελτιώνεται, καθώς, στην Κίνα, φαίνεται να γίνεται μια στροφή στη στρατηγική αντιμετώπισης του COVID. Μετά τις αντιδράσεις των πολιτών, η κυβέρνηση εγκαταλείπει, σταδιακά, τη στρατηγική της κλειστής κοινωνίας και στρέφεται προς την ανοσία της αγέλης. Καθώς όμως τα ποσοστά του εμβολιασμού είναι χαμηλά και με λιγότερο αποτελεσματικά εμβόλια σε σχέση με αυτά της Δύσης, δεν αποκλείεται να δούμε και πάλι προβλήματα στα λιμάνια της χώρας.
Στο γεωπολιτικό επίπεδο η το 2022 έκλεισε, χωρίς τα φώτα να είναι στραμμένα στις πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία. Πολλοί αρθρογράφοι μιλούν για πιθανή αντεπίθεση των ρωσικών δυνάμεων την άνοιξη. Δεν είμαι στρατιωτικός αναλυτής και δεν μπορώ να εκτιμήσω εάν θα συμβεί αυτό ή τι πρόσθετες επιπτώσεις θα έχει, ώστε να αλλάξει την εικόνα στην οικονομία της Ευρώπης. Οι αγορές προσέχουν περισσότερο την περιοχή της Ασίας και, συγκεκριμένα, την Ταιβάν, καθώς οποιαδήποτε ένταση εκεί θα είχε σημαντικές συνέπειες στις αγορές των ΗΠΑ, της Κίνας και όλου του πλανήτη.
Ας δούμε όμως τι παρουσιάζουν τα χρηματιστηριακά μοντέλα για τον κύκλο της αγοράς και της οικονομίας. Η ανάλυση, που ακολουθεί, αφορά τις ΗΠΑ, καθώς είναι ξεκάθαρο ότι η Ευρώπη ακολουθεί με αργά βήματα.
Είμαστε στη φάση του κύκλου, όπου η καταναλωτική εμπιστοσύνη μειώνεται, η βιομηχανική παραγωγή δεν αυξάνεται, οι κεντρικές τράπεζες ανεβάζουν τα επιτόκια και η καμπύλη των επιτοκίων είναι ανεστραμμένη. Η εικόνα αυτή παραπέμπει στη φάση που περνάμε από την ανάκαμψη (της μετά Covid περιόδου) στην ύφεση.
Τα χρηματιστήρια, βλέποντας την ύφεση να έρχεται, έχουν ξεκινήσει τη διόρθωσή τους και αναμένουν πού θα σχηματιστούν οι προϋποθέσεις πυθμένα μέσα στην ύφεση και όχι μετά από αυτή.
Άρα λοιπόν, για το 2023, η δουλειά μας είναι να παρακολουθούμε πότε θα συντρέχουν οι συνθήκες πιθανού πυθμένα. Το πιο αξιόπιστο σήμα θα είναι η καμπύλη επιτοκίων. Η κανονική εικόνα των επιτοκίων είναι οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων να είναι μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες των βραχυπρόθεσμων. Είναι αυτονόητο, άλλωστε, ότι ο μακρύτερος χρονικός ορίζοντας ενέχει περισσότερους κινδύνους από το σύντομο χρονικό ορίζοντα. Όπως παρατηρούμε στο γράφημα που ακολουθεί, στις 16 Δεκεμβρίου 2022, το επιτόκιο του εντόκου γραμματίου Αμερικανικού Δημοσίου 3 μηνών είναι μεγαλύτερο από αντίστοιχο ομόλογο 30 ετών.

Ένα χρηματιστηριακό σήμα που θέλουμε να δούμε είναι η υπεραπόδοση των τραπεζικών μετοχών και των εταιριών ανάπτυξης ακινήτων σε σχέση με τους γενικούς δείκτες. Οι τράπεζες και οι εταιρείες ακινήτων δανείζονται με βραχυχρόνιους τίτλους και δανείζουν τους πελάτες τους με βάση τα μακροπρόθεσμα επιτόκια, κερδίζοντας από τη διαφορά. Όταν η καμπύλη είναι ανάποδα, αυτό δεν δουλεύει υπέρ τους. Μόλις όμως επανέλθει η κανονικότητα, αναμένεται να βελτιωθεί η κερδοφορία τους, οπότε οι διαχειριστές κεφαλαίων τις προτιμούν από τις μετοχές άλλων κλάδων. Προς το παρόν, δεν υπάρχει τέτοια ένδειξη.
Αναφορικά με τις ισοτιμίες των νομισμάτων, είναι πιθανό οι συνεχείς αυξήσεις επιτοκίων από την ECB να δώσουν μια στήριξη στο ευρώ. Η υποχώρηση του δολαρίου, σε συνδυασμό με την οικονομική ύφεση, είναι πιθανό να οδηγήσει τις τιμές των πρώτων υλών χαμηλότερα.
Ένας παράγοντας πολύ σημαντικός για την επιτάχυνση των διαδικασιών, που θα οδηγήσουν στην ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας, είναι ο λεγόμενος προεδρικός κύκλος. Το 2023 είναι το έτος πριν από τις προεδρικές εκλογές. Στο έτος αυτό, η κυβέρνηση προσπαθεί να δώσει το μήνυμα της ισχυρής οικονομίας και, χρηματιστηριακά, κλείνει σχεδόν πάντα θετικά για τον S&P 500.
Φαίνεται λοιπόν ότι, για το 2023, τα αμερικανικά χρηματιστήρια έχουν πιθανότητες να σχηματίσουν πυθμένα. Στην Ευρώπη, τα χρηματιστήρια συνήθως ακολουθούν την τάση των αμερικανικών αγορών, αλλά δεν θα είναι η πρώτη επιλογή των διαχειριστών. Στην αγορά ομολόγων, με νόμισμα αναφοράς το αμερικανικό δολάριο, αναμένουμε να δούμε κανονικοποίηση της καμπύλης μέσα στο έτος. Στην Ευρώπη, αντίθετα, η όποια εκτίμηση είναι επισφαλής, οπότε οι επιλογές ομολόγων γίνονται με βάση την προσφερόμενη απόδοση σε σχέση με τον κίνδυνο αθέτησης του εκδότη και με το συμβιβασμό ότι μπορεί η τιμή του ομολόγου να υποχωρήσει.
Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να ευχηθώ, σε όλους τους αναγνώστες, το 2023 να είναι μια παραγωγική χρονιά με λιγότερες εντάσεις, υγεία και επιτυχίες.