Από τον Έβρο στο Καστελλόριζο: ένα χρόνο μετά
Ένας χρόνος συμπληρώνεται από την τουρκική επιχείρηση παραβίασης των χερσαίων συνόρων της Ελλάδος στον Έβρο. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από την επίσημη ανακοίνωση της 1ης Μαρτίου 2020 μετά τη σύγκληση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας: «τις τελευταίες μέρες, η Ελλάδα δέχεται αιφνίδια, μαζική, οργανωμένη και συντονισμένη, πίεση από μετακινήσεις πληθυσμών στα ανατολικά, χερσαία και θαλάσσια, σύνορά της. Η μετακίνηση αυτή, κατευθύνεται και ενθαρρύνεται από την Τουρκία… Υπό τις συνθήκες αυτές, η παρούσα κατάσταση συνιστά ενεργή, σοβαρή, εξαιρετική και ασύμμετρη απειλή κατά της εθνικής ασφάλειας της χώρας… Η Ελλάδα ασκεί αταλάντευτα το κυριαρχικό δικαίωμα και τη συνταγματική υποχρέωση να διαφυλάσσει την ακεραιότητά της…».
Η σύντομη αυτή δήλωση εκτιμώ ότι ανέδειξε καθαρά τα στοιχεία του δόγματος εθνικής ασφάλειάς της Ελλάδος.

Όμως ο Έβρος ήταν η αρχή. Υπήρχε συνέχεια. Το καλοκαίρι του 2020, εξελίχθηκε η μεγαλύτερη -σε διάρκεια- εκδήλωση επιθετικών κινήσεων της Τουρκίας κατ’ εφαρμογή του δόγματος του casus belli (απειλής πολέμου). Κορυφώθηκε με την, άνευ αναλόγου προηγουμένου σε έκταση και διάρκεια, επί δίμηνο αντιπαράταξη των ενόπλων δυνάμεων, κυρίως Ναυτικού και Αεροπορίας, στο Αιγαίο. Η Ελλάδα προκλήθηκε. Αντέδρασε με ψύχραιμη αποφασιστικότητα. Δύο φορές τουλάχιστον φθάσαμε κοντά στο σημείο εμπλοκής.
Η θέση μας ήταν και παραμένει καθαρή: η πρόκληση στρατιωτικής εμπλοκής δεν είναι επιλογή της Ελλάδος. Ήταν και παραμένει η βασική πολιτική επιδίωξη και επιλογή της Τουρκίας. Εάν όμως καταστεί αναπόφευκτη με πρωτοβουλία της Τουρκίας, μέλους του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα σήμερα διαθέτει την πολιτική βούληση, εσωτερική νομιμοποίηση και ενότητα, καθώς και την επιχειρησιακή ετοιμότητα να απαντήσει. Η σταθερή αναθεωρητική και επεκτατική πολιτική της Τουρκίας, που εκδηλώθηκε με τις υβριδικές επιθέσεις στον Έβρο και εν συνεχεία με αεροναυτικές στο Αιγαίο, έχει ταυτόχρονο στόχο:
- τη μεταβολή του εδαφικού καθεστώτος της Ελλάδος,
- τη μεταβολή των όρων της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιωτικά συμπλέγματα του Αιγαίου (αποστρατιωτικοποίηση, γκρίζες ζώνες, κ.λπ.),
- τον περιορισμό και την καταστρατήγηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων σε Αιγαίο και Ν.Α. Μεσόγειο.
Παράλληλα, η Τουρκία εξακολουθεί να διατηρεί, εδώ και 47 χρόνια, παράνομα στρατεύματα κατοχής (35.000) στην Κύπρο, κράτος –μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ωμότητες, που διέπραξαν κατά την εισβολή το 1974 τα τουρκικά στρατεύματα, έχουν αποτυπωθεί δημόσια στην Έκθεση-καταπέλτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (νυν Δικαστηρίου) Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Στρασβούργο, 1979). Απορίας άξιον είναι ότι η τουρκική ηγεσία δείχνει να ενοχλείται σήμερα, όταν χρησιμοποιούμε τον όρο «στρατεύματα κατοχής». Υπενθυμίζουμε ότι ο παράνομος χαρακτήρας της εισβολής και κατοχής στην Κύπρο είναι διαρκής και μόνιμος. Η Τουρκία είναι κατοχική δύναμη.

Επιλέγω να μην αναφερθώ, τη φορά αυτή, στον Χάρτη του ΟΗΕ, στις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και στην Τελική Πράξη του Ελσίνκι. Αρκούμαι, συνεπώς, να υπενθυμίσω ότι η Τουρκία καθ’ έξη και συστηματικά παραβιάζει το Άρθρο 1 του Καταστατικού Χάρτη του ΝΑΤΟ που έχει ως εξής: «The Parties undertake, as set forth in the Charter of the United Nations, to settle any international dispute in which they may be involved by peaceful means in such a manner that international peace and security and justice are not endangered, and to refrain in their international relations from the threat or use of force in any manner inconsistent with the purposes of the United Nations». (Τα Μέρη –τα μέλη του ΝΑΤΟ δηλαδή- δεσμεύονται κατά τα οριζόμενα, από το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, να διευθετήσουν κάθε διεθνή διαφορά, στην οποία ενδέχεται να έχουν εμπλακεί, με ειρηνικά μέσα, κατά τρόπον, ώστε να μην τεθούν σε κίνδυνο η διεθνής ειρήνη, ασφάλεια και δικαιοσύνη και να απέχουν από τις διεθνείς σχέσεις τους της απειλής ή χρήσης βίας κατά τρόπον ασύμβατο με τους σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών).
Η εισβολή και η παράνομη κατοχή της Κύπρου, οι επιθετικές κατά της Ελλάδος κινήσεις και η διαρκής επίσημη επίκληση της απειλής πολέμου, η στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στην Λιβύη, στο Ιράκ, στην Συρία και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ αποτελούν, συνεπώς, έκνομες ενέργειες και παραβίαση του Καταστατικού Χάρτη του ΝΑΤΟ από την Τουρκία. Πρόκειται για μία παράνομη συμπεριφορά ασύμβατη με τα συμφέροντα και τις αρχές της Συμμαχίας. Αναμφίβολα επιτρέπει, σε ανταγωνιστές και εν δυνάμει αντίπαλους της, να διερωτηθούν για τη συνέπεια μεταξύ αρχών και πράξεων.
Η Τουρκία, υποτιθέμενος σύμμαχος στο ΝΑΤΟ, το υπονομεύει συνειδητά , ενεργώντας έξω από τα όρια του Διεθνούς Δικαίου και των κανόνων που διέπουν τις σχέσεις καλής γειτονίας. Με τη συμπεριφορά της κλονίζει την αξιοπιστία του ΝΑΤΟ.
Στόχος του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι η -έστω μέσω διαπραγματεύσεων- εξασφάλιση των όρων μίας έντιμης ειρήνης που θα διασφαλίζει τις σχέσεις καλής γειτονίας και συνεργασίας με την Ελλάδα. Στόχος του είναι η αναγκαστική «προσαρμογή» της Ελλάδας στις προσδοκίες και στους όρους του παιχνιδιού της Τουρκίας. Δεν έχει βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα. Δεν υπαγορεύεται καν αποκλειστικά από τις υποθαλάσσιες πηγές πλούτου. Στοχεύει στην στρατηγική υποταγής της Ελλάδος.
Κεντρικός του στόχος είναι να αντικαταστήσει, στην πράξη, το 1923 και τη Συνθήκη της Λωζάννης. Εδώ και χρόνια, η Άγκυρα συστηματικά την υπονομεύει και μονομερώς την αναθεωρεί. Νωπές είναι ακόμη οι εντυπώσεις από τις προπετείς και αλαζονικές δηλώσεις στην Αθήνα, το Νοέμβριο του 2017 του Προέδρου της Τουρκίας για την αναθεώρηση της Λωζάννης. Προέβαλε τον ισχυρισμό ότι η πολιτική πραγματικότητα -στο μυαλό του και η ισχύς- κατισχύουν του Δικαίου.
Δεν είναι συμπτωματικό το γεγονός ότι ο πρόεδρος Ερντογάν συστηματικά υπονομεύει την Συνθήκη της Λωζάννης προκειμένου η Ελλάδα να αποδεχτεί την «νέα πραγματικότητα» της αυτο-αναβάθμισης της Τουρκίας σε δήθεν περιφερειακή δύναμη. Καθημερινά προκαλεί, αποβλέποντας στη δημιουργία τετελεσμένων. Αν σήμερα δρομολογηθεί ένα νέο πλαίσιο «συμβίωσης», τούτο δεν θα είναι μία νέα προσωρινή διευθέτηση με όρους «μη πολέμου». Θα αποτελέσει, για την Τουρκία, τη βάση επιβολής του νέου πλαισίου συμβίωσής μας ως υποκατάστατου των όρων της Λωζάννης.

Δεν ανακαλύπτουμε την πραγματικότητα τώρα, διαβάζοντας τις καθημερινές δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων. Τα ζητήματα, που θέτει η Άγκυρα εδώ και δεκαετίες, αναγράφονται στη σελίδα του τουρκικού ΥΠΕΞ. Για πρώτη φορά, τέθηκαν επίσημα τον Ιανουάριο του 1975! Τίθενται επίσημα και δημόσια από την Άγκυρα ως η βάση του «διαλόγου» και ως το πλαίσιο της «λύσης πακέτου».
Ταυτόχρονα, η Άγκυρα στοχεύει στον κλονισμό της εμπιστοσύνης των Ελλήνων πολιτών στην Πολιτεία και στους πολιτικούς μας ταγούς. Στοχεύει στην υπονόμευση της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδος. Αυτήν την ερμηνεία δικαιούμαι να δώσω στις συχνές και πρωτόγνωρες σε οξύτητα επίσημες προσωπικές επιθέσεις κατά του Πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών.
Έχει αναλογιστεί κανείς πώς θα ήταν σήμερα η κατάσταση στην Ελλάδα και η θέση της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν η Τουρκία είχε πετύχει τον σκοπό της στον Έβρο; Αν είχε κατορθώσει να παραβιάσει τα σύνορά μας; Η διαχρονική πολιτική κατευνασμού, που θεώρησε η Τουρκία ότι ακολουθούσε η Ελλάδα, την οδήγησε σε εσφαλμένες εκτιμήσεις.
Ας κάνει, επιτέλους, η Τουρκία τον απολογισμό της συμπεριφοράς της: αποξενώθηκε από τις ΗΠΑ, συγκρούσθηκε με την Γαλλία, το Ισραήλ, τα Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία. Αντιμετωπίζει την Αίγυπτο σαν εχθρική χώρα. Το ερώτημα είναι τι πέτυχε; Ποιόν στόχο της πέτυχε; Με τι κόστος; Απομακρύνθηκε επίσης, λόγω ακριβώς αυτής της πολιτικής του κ. Ερντογάν, η προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σήμερα, η Ελλάδα, με ταχύτατα βήματα, εξοπλίζεται με υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα, κερδίζοντας το χαμένο χρόνο. Αποκαθίσταται, σταδιακά, η ισορροπία ισχύος που είχε κλονιστεί. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα επενδύει πολιτικά και αμυντικά στην ενίσχυση των υποδειγματικών της σχέσεων ασφάλειας με παραδοσιακούς της συμμάχους, όπως η Γαλλία και οι ΗΠΑ. Άλλωστε οι διμερείς συνεννοήσεις και διευθετήσεις ασφάλειας βαίνουν ήδη πέραν των διμερών συμβατικών κειμένων. Παράλληλα, μαζί με την Κύπρο, αξιοποιεί νέες τριγωνικές και πολυγωνικές συνεργασίες και εν δυνάμει συμμαχίες με χώρες, όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η ρήτρα διμερούς στρατιωτικής συνδρομής που περιλαμβάνει επί του παρόντος η Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας με τα Η.Α.Ε. έχει συνέχεια.
Η σταθερή, με γρήγορα βήματα και αξιόπιστη ενίσχυση των αποτρεπτικών μας δυνατοτήτων συνεισφέρει αποτελεσματικά στην άσκηση της διπλωματία για ειρηνική επίλυση των διαφορών.
Αν, εν τούτοις, όπως ισχυρίζεται ο πρόεδρος Ερντογάν, η Τουρκία θεωρεί ότι οι θέσεις της συνάδουν με το Διεθνές Δίκαιο τότε έχει μία διέξοδο. Μόνο αυτή: να ανταποκριθεί στην σταθερή πρόταση όλων των κυβερνήσεων της Ελλάδος μετά το 1975 και, από κοινού, να παραπέμψουμε το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και των ορίων της Α.Ο.Ζ. στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης της Χάγης. Αυτός είναι ο στόχος των λεγομένων διερευνητικών συνομιλιών. Απομακρυσμένος σήμερα περισσότερο από ποτέ.

Επιπλέον, η Τουρκία του αυταρχικού προέδρου Ερντογάν εγκατέλειψε την πολιτική της λεγόμενης «ήπιας ισχύος». Επιτίθεται, απειλεί, επεμβαίνει, παρεμβαίνει. Ο Πρόεδρός της, με τις αλαζονικές και αντιφατικές του κινήσεις, κλόνισε το σεβασμό και την εκτίμηση παραδοσιακών φίλων και συμμάχων της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ. Ακόμη και εκείνων που -για λόγους δικών τους διμερών συμφερόντων- δεν το ομολογούν δημόσια. Υπάρχει, αλήθεια, ένας έστω εκλεγμένος ηγέτης κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεωρεί ως πρότυπο την Τουρκία του κ. Ερντογάν;
Πέρυσι τέτοια εποχή, υπήρχε σε κάποιους στην Ελλάδα η ψευδαίσθηση ότι η Τουρκία δεν συνιστά απειλή! Επίσης, επί μακρόν υπήρχε, σε αρκετούς, ένα ανομολόγητο δέος απέναντι στην πολεμική μηχανή της γειτονικής μας χώρας. Η υβριδική επίθεση της Τουρκίας στον Έβρο και η αποτυχία της λόγω της σθεναρής στάσης της Ελλάδος, σε συνδυασμό με την εν συνεχεία άριστα οργανωμένη επιχειρησιακή ανάπτυξη των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στο Αιγαίο, έδωσαν μια άνευ προηγουμένου αυτοπεποίθηση στην Ελλάδα.
Οι όποιες ψευδαισθήσεις υπήρχαν για τις πραγματικές διαθέσεις της ηγεσίας της Τουρκίας διαλύθηκαν, ενώ οι εκτιμήσεις για τις επιχειρησιακές δυνατότητές της αναθεωρήθηκαν. Η Ελλάδα παραμένει αποφασιστική, έτοιμη, με μεγάλο βαθμό πολιτικής συναίνεσης και ψύχραιμη.
Πολιτική της Τουρκίας δεν είναι να επιλύσει τις διαφορές με την Ελλάδα (υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ) στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, αλλά να διαχειριστεί τη διαφωνία μας κατά συγκρουσιακό τρόπο -με στρατιωτική εμπλοκή ει δυνατόν- που θεωρεί ότι εξυπηρετεί τα δικά της συμφέροντα. Για το λόγο αυτό, χρειάζεται σύνεση, αποφασιστικότητα, ετοιμότητα και προσοχή. Λάθος υπηρεσία προσφέρουν στην Ελλάδα όσοι άκριτα καθημερινά –από την άνετη πολυθρόνα τους- προτρέπουν να τραβήξουμε την σκανδάλη.
Τέλος, όταν σήμερα ο Πρόεδρος της Τουρκίας προσπαθεί να μας εκφοβίσει, προβάλλοντας το νέο «δόγμα του τρελού Τούρκου», περιμένει αλήθεια να τον σέβονται οι γείτονες και οι σύμμαχοί του; Ένας ηγέτης που συμπεριφέρεται αλαζονικά και αυταρχικά και που δεν σέβεται το λαό του, την ελευθερία, την δημοκρατία, τα δικαιώματα του ανθρώπου και το δικαίωμα στην διαφορετικότητα δεν μπορεί να υπολογίζει στον σεβασμό και στην εκτίμηση των άλλων.