Απαιτούνται αλλαγές, τώρα!
Μπορεί να φαίνεται σαν βαρετή επανάληψη. Μπορεί, στον καιρό της πανδημίας του Covid-19, να δείχνει «εκτός τόπου και χρόνου». Όμως οι αμυντικές μας ανάγκες όχι απλώς εξακολουθούν να υφίστανται, αλλά αφενός «τρέχουν» κι αφετέρου αυξάνονται. Να πάρουμε τα πράγματα με τν σειρά και να ξεκινήσουμε με τα όσα έχουν γίνει έως τώρα.
Σίγουρα, το ΥΕΘΑ και οι Ένοπλες Δυνάμεις όχι μόνον ανταποκρίθηκαν πλήρως στις υποχρεώσεις τους αλλά πέτυχαν μεγάλη νίκη! Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Ο λόγος βέβαια για την επίθεση που δεχτήκαμε στον Έβρο, αλλά και στην «διαχείριση» του Covid 19. Η τουρκική επίθεση αποκρούστηκε και η ήττα των Τούρκων –σ’ αυτό το στάδιο– ήταν πλήρης. Βεβαίως, ο πόλεμος δεν τελείωσε και είμαστε «εν αναμονή» μιας νέας επίθεσης από την μεριά της θάλασσας αυτήν την φορά. Εδώ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα και σαφώς δυσκολότερα. Γιατί δεν αρκεί να «ελέγξουμε τις ροές εισόδου» και να μην μπουν ανεξέλεγκτα μετανάστες-πρόσφυγες στην χώρα, πρέπει να τους αναχαιτίσουμε στα θαλάσσια σύνορα και να τους αναγκάσουμε να γυρίσουν πίσω. Γιατί οι «σύμμαχοι» Τούρκοι είναι σίγουρο ότι θα προσπαθήσουν όχι απλώς να μας στείλουν αυτούς που έχουν μαζέψει στα παράλια της Μικράς Ασίας, αλλά θα φροντίσουν να μας στείλουν και φορείς του Covid 19. Οι έως τώρα ενδείξεις, αλλά και οι υπάρχουσες πληροφορίες, αυτό δείχνουν.

Θα πρέπει λοιπόν τα στελέχη του Λιμενικού να δείξουν αντίστοιχη αποφασιστικότητα με αυτήν που επέδειξαν οι αστυνομικοί στον Έβρο. Ο λόγος που αναφερόμαστε στο Λιμενικό Σώμα/Ελληνική Ακτοφυλακή είναι ότι κάποια στελέχη του «ξεχνούν» ότι στο Ανατολικό Αιγαίο βρίσκονται – κατά πρώτον – για να φυλάνε τα θαλάσσια σύνορα της χώρας και όχι για να εκτελούν αποστολές «Έρευνας και Διάσωσης». Για τα στελέχη του Στρατού και του Ναυτικού δεν γίνεται λόγος, απλούστατα επειδή έχουν δείξει ξεκάθαρα ότι γνωρίζουν άριστα την αποστολή τους.
Όλα αυτά βεβαίως αποτελούν την τακτική πλευρά των ζητημάτων της Άμυνάς μας. Οι επιζητούμενες αλλαγές που πρέπει να ξεκινήσουν ΤΩΡΑ, είναι κατά κύριο λόγο στο στρατηγικό επίπεδο. Χρειαζόμαστε βαρείες –δομικές, αν προτιμάτε– αλλαγές, προκειμένου να ανταποκριθούμε όχι απλώς στις μελλοντικές μας ανάγκες αλλά στις τρέχουσες. Ας δούμε πως έχουν τα πράγματα.

Οι Ένοπλες Δυνάμεις τις Ελλάδας είναι ακόμη και σήμερα δομημένες σύμφωνα με τα δόγματα που ίσχυσαν αμέσως μετά την λήξη του Εμφυλίου. Τότε η Ελλάδα και το ΝΑΤΟ είχαν να αντιμετωπίσουν τις δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Αυτόν που αποκαλούσαν «εκ Βορρά κίνδυνο». Οι δυνάμεις αυτές ήσαν πολύ μεγαλύτερες σε αριθμούς από τις σημερινές και, κατά κύριο λόγο, χερσαίες. Λογικό ήταν, επομένως, το βάρος να είχε δοθεί στην ανάπτυξη του Στρατού, αφήνοντας το Ναυτικό και την Αεροπορία σε ρόλο σαφώς υποστηρικτικό. Τα πρώτα «δείγματα» των τουρκικών διαθέσεων απέναντί μας το 1955, με το πογκρόμ των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη αλλά και τις επιθέσεις κατά των οικογενειών των Ελλήνων αξιωματικών του ΝΑΤΟϊκού στρατηγείου στη Σμύρνη, σαφώς και δεν «συγκίνησαν» –όσο έπρεπε– κανένα. Το ίδιο και τα γεγονότα στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1964. Για το φθινόπωρο του 1967 ούτε καν συζητάμε, επειδή η χούντα ενδιαφερόταν για τη σταθερότητά της και φρόντιζε να διατηρεί σοβαρές (και, φυσικά, πιστές σ’ αυτήν) δυνάμεις στην περιοχή της Αττικής. Φτάσαμε έτσι στο καλοκαίρι του 1974 και στην ήττα μας στην Κύπρο, όταν διαπιστώσαμε ότι ουσιαστικά είμαστε ανυπεράσπιστοι απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό. Έγιναν τότε σημαντικές ανακατατάξεις. Όχι όμως ότι άλλαξε και το δόγμα. Ο «εκ Βορρά κίνδυνος» μπορεί να έχασε την «αποκλειστικότητα», σίγουρα όμως εξακολουθούσε να είναι ένας σημαντικός παράγοντας στους σχεδιασμούς μας.

Κανονικά, η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, την 1η Ιουλίου 1991, θα έπρεπε να σημάνει το δραστικό επανασχεδιασμό της αμυντικής μας πολιτικής και την αναδιάρθρωση των Ενόπλων Δυνάμεων. Δεν έγινε τίποτα! Ούτε βεβαίως και τα χρόνια που ακολούθησαν. Το στρατιωτικό κατεστημένο δεν ένιωσε την παραμικρή ανάγκη να υπάρξουν αλλαγές. Το δε πολιτικό, απλούστατα αδυνατούσε να καταλάβει τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις που είχαν συμβεί στην περιοχή μας. Έγιναν βέβαια αρκετές «προσαρμογές», αλλά όχι και οι απαιτούμενες ριζικές αλλαγές. Αποτέλεσμα είναι να φτάσουμε στο σήμερα. Με την Τουρκία –και τον παρανοϊκό Ερντογάν– να θεωρούν εαυτούς «περιφερειακή δύναμη» και να συμπεριφέρονται αναλόγως. Έτσι μας προκύψανε οι σχεδιασμοί τους για την «γαλάζια πατρίδα». Οι απόπειρες γεωτρήσεων σε θαλάσσιες περιοχές, όπου σαφέστατα δεν έχουν κανένα δικαίωμα. Οι συμφωνίες με την φθίνουσα και χωρίς ουσιαστική εξουσία κυβέρνηση της διαλυμένης από τον εμφύλιο Λιβύης, όπου «διαγράφει» τα δικαιώματά μας. Αλλά και ο υβριδικός πόλεμος με τους μετανάστες-πρόσφυγες. Και, βέβαια, δεν μιλάμε για την επέμβαση στην Συρία, απλώς επειδή δεν συγκαταλέγεται στις άμεσες προτεραιότητές μας.
Τώρα λοιπόν, που μπαίνουμε σε φάση αναδιοργάνωσης –και όλοι καταλαβαίνουμε γιατί δεν χρησιμοποιούμε εισαγωγικά – είναι η κατάλληλη στιγμή, για να προχωρήσουμε στις απαιτούμενες αλλαγές. Έχουμε κάνει «καραμέλα» την ανάγκη να ασχοληθούμε με την αποκαλούμενη «Ανατολική Μεσόγειο». Όμως μένουμε στα λόγια. Να διευκρινίσουμε ότι δεν έχουμε ανάγκη θεωριών. Τέτοιες έχουμε πολλές. Κάποιες μάλιστα απ’ αυτές είναι όντως σοβαρές και αξιόλογες. Πράξεις χρειαζόμαστε. Και αυτές πρέπει αν γίνουν, κυρίως, από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας.

Και, πρώτα απ’ όλα, να ξεκινήσουμε με τα θέματα του προσωπικού. Οι Δομές Δυνάμεων κάθε κλάδου θα πρέπει να προσαρμοστούν σε λογικά και προπαντός αντικειμενικά επίπεδα. Γιατί μπορεί κάποιοι, πριν από λίγα σχετικά χρόνια, να αποφάσισαν ότι ο Στρατός θα αριθμεί 93.500 άτομα, αλλά ποτέ (επαναλαμβάνουμε: ΠΟΤΕ) όλο αυτό το διάστημα δεν βρέθηκαν να υπηρετούν στον Στρατό τόσα άτομα! Γιατί; Μα επειδή ο αριθμός ήταν αυθαίρετος και είχε αποφασιστεί από ανθρώπους που ήθελαν, προφανώς, να «καλύψουν» κάποια δικά τους «οράματα». Κανένας από αυτούς που αποφάσισαν (πολιτικοί και στρατιωτικοί), δεν θέλησε να πάρει υπόψη του ότι αφενός οι σύγχρονοι Έλληνες δεν θέλουν να υπηρετούν κι αφετέρου να ξεχάσουν τις μειώσεις στη θητεία των στρατευσίμων, που οι ίδιοι επέβαλαν… Και για μεν το δεύτερο δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα, καθώς όλοι ξέρουμε πόση είναι η θητεία σήμερα. Για το πρώτο θα ήταν καλό να μας πληροφορούσαν για δύο πράγματα: α) ποιος είναι ο πραγματικός αριθμός των ανυπότακτων και β) τι «διευκολύνσεις» τους παρέχουμε προκειμένου να επισκέπτονται την «πολυαγαπημένη τους πατρίδα», χωρίς καμία απολύτως επίπτωση; Να είμαστε σίγουροι ότι η ανακοίνωση των δύο αυτών στοιχείων θα μας κάνει απλώς να …φρίξουμε.
Το πρόβλημα όμως δεν είναι μόνον στο «ισόγειο», είναι και στο «ρετιρέ»! Πόσοι άραγε γνωρίζουν τον αριθμό των ανωτάτων αξιωματικών που υπηρετούν σήμερα στις Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΔ); Αν σας πούμε ότι αυτοί είναι 350 (τριακόσιοι πενήντα), τι θα λέγατε; Γιατί αν σας πούμε ότι: α) είμαστε τρίτοι στο ΝΑΤΟ, μετά τις ΗΠΑ και την Τουρκία που έχουν πολύ μεγαλύτερες ΕΔ, σε ανώτατους και – β) σε άλλες ΝΑΤΟϊκές ΕΔ, με μέγεθος όσο και οι δικές μας, υπηρετούν περί τους 120 (εκατό είκοσι) ανωτάτους, τότε είναι σίγουρο ότι θα χάσετε τη μιλιά σας! Τώρα να σας πούμε ότι, στους παραπάνω 350, συγκαταλέγονται και 29 έφεδροι, τότε είναι εξίσου σίγουρο ότι θα έχετε πρόβλημα να την ξαναβρείτε… Ποιος αλήθεια θα μας εξηγήσει, γιατί π.χ. το θωρακισμένο καταδρομικό Αβέρωφ, κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, είχε κυβερνήτη αντιπλοίαρχο και σήμερα θα πρέπει να έχει έφεδρο αρχιπλοίαρχο; Δηλαδή, όταν στην ίδια θέση υπηρετούσε, πριν από μερικά χρόνια, μόνιμος υποπλοίαρχος, πήγε κάτι στραβά; Τι θα πείραζε αν αυτήν τη θέση την κατείχε ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού; Για να μην πούμε τι γίνεται από έφεδρους στις Βρυξέλλες.

Απαιτούνται, επομένως, αλλαγές και στη νομοθεσία περί σταδιοδρομίας και προαγωγών των ΕΔ. Κι αυτό σε πλήρη και άμεσο «συνδυασμό» με το συνταξιοδοτικό όλων των στελεχών. Γιατί όπως ΔΕΝ θέλουμε να ομολογήσουμε, το συνταξιοδοτικό είναι ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα της Ελλάδας που δεν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε και να λύσουμε. Με απλά λόγια; Δεν θα συνταξιοδοτείται κανένας, αν δεν έχει συμπληρώσει 40 χρόνια υπηρεσίας ή είναι 65 χρονών. Όποιος θέλει να παραιτηθεί, μπορεί να το κάνει ελεύθερα και όποτε το επιθυμεί. Σύνταξη όμως θα πάρει όταν γίνει 65 χρονών. Πώς να το κάνουμε; Διεθνώς τα όρια συνταξιοδότησης αυξάνουν και στην Ψωροκώσταινα θα το «παίζουμε άνετοι»;
Και, για να επανέλθουμε στο «ισόγειο», θα προτείνουμε κάτι που σίγουρα θα κάνει πολλούς να ανατριχιάσουν και να αρχίσουν να κραυγάζουν. Κατάργηση! Κατάργηση της θητείας και αντικατάσταση των στρατευόμενων από επαγγελματικό στρατό. Όχι, οι επαγγελματίες στρατιώτες δεν είναι μισθοφόροι! Όπως άλλωστε δεν είναι μισθοφόροι τα στελέχη –αξιωματικοί και υπαξιωματικοί– που υπηρετούν. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι το Βυζάντιο έζησε χίλια χρόνια βασιζόμενο σε μισθοφορικό στρατό. Και δεν ήσαν οι μισθοφόροι οι αίτιοι της πτώσης του, το 1453. Μια απλή μελέτη της Ιστορίας το δείχνει ξεκάθαρα. Όσο για το κόστος, να θυμίσουμε ότι για τους στρατεύσιμους θητείας ξοδεύουμε χρήματα που είναι αμφίβολο αν προλαβαίνουν να τα «αποσβέσουν» στους 9 ή 12 μήνες που υπηρετούν. Αντίθετα, με τον επαγγελματία, η σχέση κόστους-αποτελέσματος παίρνει άλλη μορφή. Πολύ πιο αποδοτική. Αυτό τουλάχιστον έχουν αποδείξει διεθνής μελέτες.

Να επανέλθουμε όμως στις απαιτούμενες αλλαγές στις ΕΔ και να πούμε ότι, αν θέλουμε να είμαστε «εντός των εξελίξεων», θα πρέπει να υπάρξει μείωση –ας μη φοβόμαστε τις λέξεις– του Στρατού και αύξηση του Ναυτικού. Η μείωση στον Στρατό δεν θα είναι και μεγάλη. Μάλλον ασήμαντη. Αυτό όμως που πρέπει ριζικά να αλλάξει είναι η διάταξή του. Χονδρικά, να πούμε ότι, δυτικά του «άξονα» Καβάλα – Ηράκλειο, δεν θα υπάρχουν δυνάμεις του Στρατού. Και τα βόρεια σύνορά μας; Οι βάσεις υποστήριξης; Εδώ και κάποια χρόνια, σοβαρότατες μελέτες στο ΓΕΣ και το ΓΕΕΘΑ έχουν δείξει ότι για την κάλυψη των συνόρων μας από Ηγουμενίτσα έως Δράμα, είναι αρκετά 4 (τέσσερα) τάγματα Μηχανοκίνητου Πεζικού, εφοδιασμένα με τα τυπικώς προβλεπόμενα θωρακισμένα οχήματα (όχι άρματα μάχης) και, φυσικά, πλήρως στελεχωμένα. Και βεβαίως να μην ξεχνάμε ότι οι βόρειοι γείτονές μας είναι και αυτοί στο ΝΑΤΟ (έχουμε συναινέσει για την είσοδό τους) και σαφώς δεν έχουμε τις διαφορές που έχουμε με την Τουρκία. Έτσι λοιπόν οι μονάδες του Δ΄ Σώματος Στρατού και της ΑΣΔΕΝ θα έχουν στελέχωση 100% και όχι τη σημερινή. Και τι θα γίνει με τους πολιτικούς μας και τους διάφορους «τοπικούς παράγοντες» που έχουν αντιρρήσεις, γιατί αυτό θα «πλήξει την τοπική οικονομία»; Να τους θυμίσουμε ότι τις ΕΔ δεν τις έχουμε για «την τοπική οικονομία», αλλά για την άμυνα της χώρας. Συνεπώς, πρέπει να βρίσκονται εκεί που απαιτείται κι όχι «όπου μας βολεύει».

Ως προς το Πολεμικό Ναυτικό, τώρα. Είναι προφανές ότι θα χρειαστεί να μεγαλώσει. Πώς θα «πάμε» στην Ανατολική Μεσόγειο; Αλλά και να αλλάξει η «χωροταξία» του. Ο Ναύσταθμός Κρήτης θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί και να μεγαλώσει. Οπωσδήποτε το 50% του Στόλου θα πρέπει να ελλιμενίζεται εκεί. Θα πρέπει οι υπάρχουσες –μικρές και στοιχειώδεις– εγκαταστάσεις στο Κυριαμάδι, να μεγαλώσουν, ώστε να μπορούν να εξυπηρετούν τις ανάγκες ελλιμενισμού κάποιων πλοίων. Θα πρέπει, επίσης, να δημιουργηθούν κάποιες νέες βάσεις στη Νότια Κρήτη. Χωρίς αυτό, βεβαίως, να σημαίνει ότι θα ξεχάσουμε το Αιγαίο. Βάσεις πρέπει να γίνουν στη Λήμνο και τη Σκύρο και δεν νομίζουμε ότι υπάρχει ανάγκη να εξηγήσουμε τους λόγους. Βεβαίως, όλα αυτά σημαίνουν ότι πρέπει να ξοδευτούν χρήματα. Και εδώ είναι το πρόβλημα! Πώς θα φτιάξουμε στόλο, όταν τα ναυπηγεία της χώρας μένουν κλειστά, επειδή κάποιοι θέλουν να «κάνουν μπίζνες»; Πώς θα παραγγείλουμε πλοία, αν δεν μετρήσουμε και «το τελευταίο ευρώ» που πάει στην Άμυνα; Γιατί δεν είναι ούτε η οικονομική κρίση, που δημιουργήσαμε μόνοι μας και μας παιδεύει τόσα χρόνια. Ούτε ο Covid-19 που ταρακούνησε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι η άνεση που έχουμε να σπαταλάμε πόρους στα θέματα της Άμυνας.
Για την Πολεμική Αεροπορία, οι απαιτούμενες αλλαγές δεν είναι πολλές. Ένα «συμμάζεμα» των μονάδων της χρειάζεται και βέβαια να φροντίσουμε να έχει σύγχρονα –και σε επαρκή αριθμό– αεροσκάφη. Σ’ αυτό το τελευταίο βέβαια «υπεισέρχονται» παράγοντες, π.χ. η ΕΑΒ, που δεν υπάγονται στο ΥΕΘΑ, αλλά σε άλλα Υπουργεία. Εδώ λοιπόν θα πρέπει να ασκηθούν πιέσεις ώστε τα όντως σοβαρά προβλήματα που την ταλαιπωρούν να λυθούν. Στο κάτω-κάτω της γραφής, το ΥΕΘΑ πληρώνει και πρέπει να έχει τον τελευταίο λόγο. Και δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται να πούμε την παροιμία που λέει τι μπορεί να κάνει κάποιος με τα λεφτά του, ακόμη και στον μάστορά του.

Φυσικά, τα όσα προαναφέραμε δεν αρκούν για να λύσουν το αμυντικό πρόβλημα της Ελλάδας. Είναι απλές αναφορές που απλώς «το δείχνουν». Κι εδώ θα ρωτήσει κάποιος: «μα καλά, όλοι αυτοί οι αρμόδιοι, τόσα χρόνια, δεν τα έχουν δει όλα αυτά»; Εύλογο το ερώτημα. Το οποίο όμως αντιστρέφεται στο «αφού τα είδαν και τα ξέρουν, γιατί δεν έκαναν τίποτα; Ή μήπως θεωρούν ότι όλα είναι καλά καμωμένα»; Αναμένουμε κι εμείς μίαν απάντηση. Ελπίζουμε, σύντομα και με έργα.
Υστερόγραφο: ο Ανδρέας Κάλβος εξέδωσε στο Παρίσι, το 1826, τα «Λυρικά». Εκεί, στην ωδή «Εις Σάμον», γράφει: «…Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία…». Τώρα, λοιπόν, που ετοιμάζουμε γιορτές και πανηγύρια για τα 200 χρόνια από την έναρξη του Αγώνα για την Απελευθέρωσή μας, ας τον θυμηθούμε, πράττοντας δεόντως.