Αναδιάταξη στόχων και προτεραιοτήτων θα αποφασίσουν οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας και του Ισραήλ, Κυρ. Μητσοτάκης και Μπ. Νετανιάχου, κατά τις συνομιλίες τους, την προσεχή εβδομάδα, μετά από ιδιότυπο κενό 14 μηνών στη διμερή συνεργασία λόγω των αλλεπάλληλων εκλογών στη φίλη χώρα.

Οι επαφές των περασμένων μηνών, με τη συμμετοχή αφενός του υπουργού Εξωτερικών Ν. Δένδια και του πεπειραμένου γ.γ. του υπουργείου, πρέσβη Θεμ. Δεμίρη, και αφετέρου του πρεσβευτή του Ισραήλ στην Αθήνα, Γ. Αμράνι, κάλυψαν τουλάχιστον, σε ικανοποιητικό βαθμό, το διπλωματικό κενό. Ειδικά, τον περασμένο Νοέμβριο και Δεκέμβριο, όταν η ισραηλινή πλευρά είχε αρχικά υποεκτιμήσει τις συνέπειες του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου για ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Οι ενέργειες της Ισραηλινής Πρεσβείας της Αθήνας και η -προσεκτική- αναθεώρηση ορισμένων χειρισμών της ελληνικής πλευράς στον ΟΗΕ και στην Ε.Ε. οδήγησαν, μετά από λίγες εβδομάδες, σε δριμεία καταδικαστική δήλωση των ενεργειών της Άγκυρας. Την ίδια περίοδο, η ισραηλινή πλευρά είχε αντιμετωπίσει, με μετριοπάθεια και αποφασιστικότητα, περιστατικό παρενόχλησης φορτηγού πλοίου, νοτίως της Κρήτης, από το πολεμικό ναυτικό της Τουρκίας.

Ενόψει των συζητήσεων Μητσοτάκη-Νετανιάχου, το κύριο ερωτηματικό Ελλήνων και ξένων διπλωματών στην Αθήνα αφορά τη βασιμότητα ή μη της φημολογίας περί επαναπροσέγγισης Ισραήλ-Τουρκίας δέκα χρόνια μετά την κρίση με το πλοίο «Μαβί Μαρμαρά» (Μάιος 2010) και τις συνομιλίες Παπανδρέου-Νετανιάχου (Αύγουστος 2010). Αν και η φημολογία τροφοδοτήθηκε από άρθρο του Ισραηλινού επιτετραμμένου στην Άγκυρα, περί της ανάγκης συνεργασίας των δύο πλευρών έναντι του Ιράν, το τελικό συμπέρασμα είναι ότι δεν διαφαίνεται μια τέτοια στροφή από την κυβέρνηση Νετανιάχου.

Ο Ν. Δένδιας με τον πρέσβη Γ. Αμράνι (δεξιά) και τον διευθυντή του Διπλωματικού Γραφείου του Ι. Τσαούση (κέντρο).

Πέρα από την -και προσωπική πλέον- αντιπαράθεση του κ. Νετανιάχου με τον πρόεδρο Ρ.Τ. Ερντογάν, πρέπει να συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η Άγκυρα επιζητεί νέες αφορμές αντιπαράθεσης με επίκεντρο τις επικείμενες ισραηλινές αποφάσεις για τη Δυτική Όχθη. Επίσης, παρά τις στενές -και υψηλής αξίας- οικονομικές σχέσεις και εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Άγκυρας και Ιερουσαλήμ, η ισραηλινή ηγεσία δεν έχει δώσει ποτέ δείγματα υποταγής των πολιτικών και αμυντικών επιλογών της στο βωμό του χρήματος. Ασφαλώς, μελλοντικά, θα υπάρξει -κάποιας μορφής- αναθέρμανση σχέσεων, αλλά θα ήταν απίθανο να είναι ευθέως βλαπτική σε βάρος της Ελλάδας.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι πρωθυπουργοί Ελλάδας-Ισραήλ αναμένεται να δώσουν έμφαση, πρώτα από όλα, σε θέματα άμυνας και ενέργειας και στις εξελίξεις της περιοχής μας (Λιβύη και «εξαγωγή» αποσταθεροποίησης), καθώς και, όπως γίνεται παραδοσιακά τα τελευταία χρόνια, στην προώθηση της οικονομικής και τεχνολογικής συνεργασίας. Η δυσάρεστη συγκυρία της κρίσης του κορωνοϊού δεν επιτρέπει, δυστυχώς, μεγάλες ελπίδες χρηματοδότησης επενδυτικών σχεδίων στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ στις αρχές του έτους ήταν σχεδόν βέβαιη -στο πλαίσιο του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων- η εξαγορά μεγάλης κρατικής εταιρίας από δύο ισραηλινούς ομίλους, η τελική εξέλιξη της υπόθεσης δεν μπορεί να προβλεφθεί λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Τα δε funds και εταιρικά σχήματα, που υπόσχονται την εξασφάλιση χρηματοδότησης για άλλες επενδύσεις, δεν έχουν παράσχει λεπτομέρειες ούτε για το σχεδιασμό τους ούτε για την ακριβή ιδιοκτησιακή μορφή τους.
Παράλληλα, οι κ.κ. Μητσοτάκης και Νετανιάχου θα πρέπει να λάβουν οριστικές αποφάσεις (ή -στην παρούσα φάση- να εξετάσουν αρκετές εναλλακτικές εκδοχές) για τη μορφή της συνεργασίας αμφότερων των χωρών με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Λόγω κορωνοϊού και αντιπαράθεσης των μεγάλων δυνάμεων, τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ από την τελευταία συνάντηση κορυφής του σχήματος «3+1» (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και ΗΠΑ), όταν ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μ. Πομπέο «τιμώρησε» τον τότε πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα, λόγω της ελληνικής στάσης έναντι της Βενεζουέλας, αξιώνοντας οι συζητήσεις να διεξαχθούν στην Ιερουσαλήμ αντί της Αθήνας.

Σε εκείνη τη συνάντηση, συζητήθηκαν, κυρίως, θέματα ενέργειας (αγωγός EastMed) και ευρύτερης στρατηγικής συνεργασίας. Η ισραηλινή πλευρά είχε αναλάβει να καθοδηγήσει τη συγκρότηση και λειτουργία ομάδων εργασίας, οι οποίες κινήθηκαν μεν παραγωγικά, αλλά μέχρι ενός πρακτικού ορίου λόγω του πολιτικού κενού στην Ιερουσαλήμ. Αντίθετα, τώρα, είναι πασιφανές από τις δημόσιες δηλώσεις και τις εξ αποστάσεως (λόγω Covid-19) διπλωματικές επαφές ότι η Ουάσιγκτον θα αξιώσει νέο, κοινό σχεδιασμό κατά της διείσδυσης της Κίνας και της Ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Καλά πληροφορημένες πηγές αναφέρουν πως τα πρόσφατα αμερικανικά αιτήματα (π.χ. κατά της εξάρτησης των τηλεπικοινωνιακών δικτύων 5G από το Πεκίνο και κατά της χρήσης ελλαδικών και κυπριακών λιμένων από τη Μόσχα) θα φαντάζουν πολύ ήπια συγκριτικά με το σκηνικό ψυχρού πολέμου που θα ακολουθήσει.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Δημοκρατία” στις 10 Ιουνίου 2020