Ακραία καιρικά φαινόμενα και «ακραία» κενά στον συντονισμό – Εθνική ασφάλεια και υβριδικές απειλές
Ελλείψεις σε θέματα συντονισμού και κενά διαλειτουργικότητας αναδύθηκαν εκ νέου στο προσκήνιο μέσα από την αχλή των ακραίων καιρικών φαινομένων της περασμένης εβδομάδας, ελλείψεις και κενά τα οποία έχουν όμως απολήξεις και στο μέτωπο της εθνικής ασφάλειας.
Διαβάζουμε στον ελληνικό Τύπο (Καθημερινή της Κυριακής, φύλλο 30ης Ιανουαρίου 2022, ρεπορτάζ Παπαδιόχου – Παπαντωνίου) πως «…αποτελεί απόφαση του κ. Μητσοτάκη να δημιουργηθεί άμεσα μια “νέα” Πολιτική Προστασία που θα έχει ως κύριο χαρακτηριστικό ένα ενιαίο Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων (ΕΣΚΕΔΙΚ), το οποίο θα λύνει το βασικότερο πρόβλημα που ανέδειξε αυτή η κακοκαιρία: την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων. Η νέα δομή θα εδράζεται στη διαλειτουργικότητα και διασύνδεση των επιμέρους συντονιστικών κέντρων. Δηλαδή σε ένα “δωμάτιο” θα βρίσκονται όλοι οι εμπλεκόμενοι…».
Διαβάζουμε, ωστόσο, και κάτι άλλο στην ίδια εφημερίδα (Καθημερινή Κυριακής, ρεπορτάζ Γ. Σουλιώτη): «ότι παρότι η κυβέρνηση προχώρησε τον Σεπτέμβριο στην ίδρυση υπουργείου Πολιτικής Προστασίας υπό τον Χρήστο Στυλιανίδη, δεν έχουν δοθεί νομικές αρμοδιότητες, με αποτέλεσμα ο ρόλος του να παραμένει συμβουλευτικός…»
Διαβάζουμε, επίσης, αναφορικά με όσα έλαβαν χώρα πρακτικά την περασμένη εβδομάδα (ρεπορτάζ Γ. Λιάλιου), με φόντο την κακοκαιρία «Ελπίδα», πως «το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας πραγματοποίησε δύο μεγάλες συσκέψεις, την Παρασκευή (σ.σ. 21 Ιανουαρίου) και την Κυριακή (σ.σ. 23 Ιανουαρίου)… Ανάμεσα στους υπουργούς (σ.σ. που πήραν μέρος στις συσκέψεις) δεν ήταν εκπρόσωπος του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ενώ η Αστυνομία και η Τροχαία είχαν “μεσαίου επιπέδου” εκπροσώπηση. Την Κυριακή πραγματοποιήθηκε και μια ακόμη σύσκεψη, αυτήν τη φορά υπό το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, με τη συμμετοχή όλης της ηγεσίας της Αστυνομίας και της Τροχαίας μόνο… Σε αυτές τις συσκέψεις δεν παραβρέθηκε εκπρόσωπος του υπουργείου Υποδομών, που έχει στην ευθύνη του τις οδικές παραχωρήσεις και γνωρίζει καλά τις συμβατικές υποχρεώσεις τους και τις επιχειρησιακές τους ικανότητες».
Ελλείψεις – κενά – αρρυθμίες
Η «έλλειψη συντονισμού μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων»… ο «συμβουλευτικός» ρόλος οργάνων που συστάθηκαν για να είναι «συντονιστικά» και όχι απλώς «συμβουλευτικά»… η ύπαρξη φορέων που ξεκινούν θέτοντας ψηλά τον πήχη των προσδοκιών αλλά καταλήγουν χωρίς αρμοδιότητες… Όλα τα παραπάνω τα έχουμε ξαναδεί εν Ελλάδι και, δυστυχώς, τα βλέπουμε ξανά και ξανά.
Δυόμισι χρόνια έπειτα από τον διορισμό Συμβούλων Εθνικής Ασφαλείας, εκείνο το πολυθρύλητο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, για το οποίο έχουν κατά καιρούς γραφτεί και ειπωθεί τόσο πολλά, δεν έχει ακόμη κάνει τα βήματα που υποτίθεται πως θα έκανε.
«…πρόθεση είναι να ξεκινήσουν να συγκαλούνται, με πρωτοβουλία των νέων συμβούλων Εθνικής Ασφαλείας, κάποιες τακτικές/μηνιαίες συναντήσεις η σύνθεση των οποίων θα θυμίζει μεν το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥΣΕΑ) με τη διαφορά όμως ότι οι συμμετέχοντες δεν θα είναι οι υπουργοί (Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Προστασίας του Πολίτη, Ναυτιλίας) και ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων αλλά στελέχη που βρίσκονται ένα σκαλί πιο κάτω. Στόχος του υπό διαμόρφωση Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας θα είναι να μπορέσει να δημιουργήσει έναν μηχανισμό και ένα πλαίσιο λειτουργικού συντονισμού όλων των συναρμόδιων υπουργείων, που δεν θα ενεργοποιείται μόνο σε περιόδους κρίσεων αλλά θα παραμένει διαρκώς ενεργός. Οι τακτικές συναντήσεις των στελεχών των υπουργείων που συναπαρτίζουν σήμερα το ΚΥΣΕΑ ο σκοπός θα είναι να καταλήγουν όχι μόνο σε διαπιστώσεις αλλά και στη διαμόρφωση προτάσεων… Στους στόχους του υπό διαμόρφωση Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας εντάσσεται και η παραγωγή θεσμικών κειμένων…»,
σημείωνε ο υπογράφων σε παλαιότερο κείμενό του, τον χειμώνα του 2019, επικαλούμενος τότε πηγές με άμεση γνώση των διαθέσεων.
Δυόμισι χρόνια μετά, κάποια πράγματα, ως φαίνεται, δεν έχουν προχωρήσει όπως αναμένετο. Αντιθέτως, μάλλον έχουν γίνει και πισωγυρίσματα.
Και ναι, μπορεί να υπήρξαν έκτακτες κρίσεις που αντιμετωπίστηκαν κατά τρόπο αποτελεσματικό (βλ. Έβρος 2020), πλην όμως το θέμα δεν έχει να κάνει μόνο με τα όποια «έκτακτα» αλλά και με την ύπαρξη «ενός ευέλικτου οργάνου 24ωρης λειτουργίας με εκπροσώπους από τις βασικές κρατικές δομές» που θα έχει ως αποστολή «την πρόληψη κρίσεων και τη “στο λεπτό” αντίδραση» όπως σημείωνε σε παλαιότερο κείμενο του 2019 το Α&Δ.
Η ίδια η «φύση» των κρίσεων, άλλωστε, πλέον δεν είναι έκτακτη αλλά παρατεταμένη, διαρκώς «παρούσα», κυμαινόμενης έντασης, πολυδιάστατη και «υβριδική».
Ενδεικτικά όσα γράφαμε στο τεύχος 355 του Α&Δ (Δεκέμβριος 2021):
«Στην Ελλάδα, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νικόλαος Παναγιωτόπουλος είχε, τον περασμένο Απρίλιο (σ.σ. 2021), κηρύξει την έναρξη του πρώτου σεμιναρίου ενημέρωσης στελεχών των ενόπλων δυνάμεων για τη διαχείριση υβριδικών απειλών και κρίσεων με τον τίτλο “Εφαρμοσμένη & Ολιστική Διαχείριση Υβριδικών Απειλών & Κρίσεων” στη Σχολή Ικάρων. Κατά την ομιλία του μάλιστα εκεί, ο κ. Παναγιωτόπουλος είχε υπογραμμίσει, χαρακτηριστικά, πως οι “οι μελλοντικές προκλήσεις ασφαλείας θα διέπονται από αυξημένα χαρακτηριστικά ασυμμετρίας και υβριδικότητας” και πως, για ακριβώς αυτόν τον λόγο, “πρέπει να είμαστε περισσότερο και κατάλληλα προετοιμασμένοι για στενότερη συνεργασία και διαλειτουργικότητα με φορείς του Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα, αλλά και διεθνώς”. “Στο πλαίσιο αυτό, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας ήδη υλοποιεί και εφαρμόζει λειτουργίες του λεγόμενου whole οf Government approach, την ολιστική διακυβερνητική προσέγγιση που είναι η βέλτιστη δυνατή συνεργασία του συνόλου σχεδόν των θεσμικών λειτουργιών ενός Κράτους”, είχε σημειώσει τότε ο ΥΕΘΑ. Αναφερόταν σε μια λειτουργία που “βασίζεται σε τρεις θεμελιώδεις πυλώνες στρατηγικής και επιχειρησιακής αντιμετώπισης υβριδικών απειλών: στην κοινή επίγνωση της κατάστασης από τους εμπλεκόμενους φορείς – στον έγκαιρο εντοπισμό των απειλών – και στην κοινή αντιμετώπισή τους”.»
Εν έτει 2022 πια, και με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια να έχει μόλις (30 Ιανουαρίου) κάνει λόγο από το βήμα της Βουλής για την «χειρότερη κατάσταση από το 74» στα ελληνοτουρκικά, διερωτάται κανείς ευλόγως εάν είμαστε επαρκώς συντονισμένοι και «διαλειτουργικοί», όχι μόνο την ώρα της μεγάλης κρίσης αλλά 24/7. Άνθρωποι με άμεση γνώση των καταστάσεων υποστηρίζουν πάντως ότι, για παράδειγμα, η επικοινωνία ανάμεσα στην αστυνομία και στον στρατό δεν είναι γενικώς αυτή που θα έπρεπε.