12 +1 μηνύματα προς την ταραχοποιό Τουρκία
Στη φωτογραφία το καλοκαίρι του 2020, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρ.Τ. Ερντογάν μετέφερε την επιθετική δράση -πρωτοφανή σε ένταση και διάρκεια– σε καθαρά επιχειρησιακό πεδίο στο Αιγαίο με το ερευνητικό Oruc Reis και τις φρεγάτες που το συνόδευαν και αντιπαρατάχθηκαν με το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό.
- Η σταθερή αναθεωρητική και επεκτατική πολιτική της Τουρκίας στόχο έχει:
- Τη μεταβολή του εδαφικού καθεστώτος της Ελλάδος με την συνεχή απειλή κατάληψης εδαφών.
- Τη μεταβολή των όρων της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιωτικά συμπλέγματα του Αιγαίου με την επίσημη προβολή της απειλής ότι τα νησιά παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα υπό τον όρο της αποστρατιωτικοποίησης και αφοπλισμού τους. Επίσης, με το «επιχείρημα» ότι τα νησιά. που ρητώς δεν αναγράφονται στις διεθνείς συμφωνίες, δεν έχουν ρητώς αναγνωριστεί από την Τουρκία ως ανήκοντα στην Ελλάδα.
• Τον περιορισμό και τη καταστρατήγηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων σε Αιγαίο και Ν.Α. Μεσόγειο. Η καθημερινή απειλή της κήρυξης πολέμου, αν ασκήσουμε το, εκ του Διεθνούς Δικαίου, αναφαίρετο δικαίωμά μας να επεκτείνουμε την αιγιαλίτιδα ζώνω σε 12 μίλια.

Το καλοκαίρι του 2020, κορυφώθηκε η μεγαλύτερη, σε διάρκεια και ένταση, πρόκληση της Τουρκίας στο Αιγαίο με συγκρουσιακό στρατιωτικό χαρακτήρα και με την επί δίμηνο αντιπαράταξη των ενόπλων δυνάμεών μας (κυρίως ναυτικού και αεροπορίας). Η Ελλάδα αντέδρασε οργανωμένα με ψύχραιμη αποφασιστικότητα. Η Τουρκία απέτυχε.
- Η Τουρκία διατηρεί, εδώ και 47 χρόνια, παράνομα στρατεύματα κατοχής (35.000) στην Κύπρο. Είναι κατοχική δύναμη. Ο παράνομος χαρακτήρας της εισβολής και κατοχής είναι διαρκής. Η παράνομη κατοχή της Κύπρου, οι επιθετικές κατά της Ελλάδος ενέργειες και η διαρκής πρόταξη της απειλής πολέμου, η στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη Λιβύη, στο Ιράκ, στη Συρία και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ αποτελούν παράνομες ενέργειες και παραβίαση του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και της ιδρυτικής Συνθήκης του ΝΑΤΟ.
- Μόνιμος στόχος του αυταρχικού προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν η «προσαρμογή» της Ελλάδος στους όρους του παιχνιδιού της Τουρκίας. Δεν έχει βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα. Κεντρική επιδίωξη είναι να αντικαταστήσει στην πράξη τη Συνθήκη της Λωζάννης. Εδώ και χρόνια, η Άγκυρα συστηματικά την υπονομεύει. Προβάλλει τη θέση ότι η νέα πολιτική πραγματικότητα κατισχύει του Δικαίου των Συνθηκών. Ο πρόεδρος της Τουρκίας συστηματικά επιδιώκει να την καταστήσει ανενεργή προκειμένου η Ελλάδα να αποδεχτεί τη «νέα πολιτική πραγματικότητα» και τη μονομερή βούληση της αυτο-υπερτιμημένης Τουρκίας. Προκάλεσε με πρωτοφανή τρόπο ένταση με την Ελλάδα, αποβλέποντας στη δημιουργία τετελεσμένων και στη δρομολόγηση ενός διακανονισμού στη βάση των μαξιμαλιστικών όρων του. Απέτυχε παταγωδώς. Πλησιάζοντας προς την 100ή επέτειο της Συνθήκης της Λωζάννης το 2023, το κεμαλικό δόγμα «ειρήνη στη χώρα, ειρήνη στον κόσμο (Yurtta sulh, cihanda sulh)» ανατρέπεται από την καθημερινή πραγματικότητα: «σύγκρουση στη χώρα, σύγκρουση με όλους τους γείτονες»! Η ανάλυση των λόγων συνοδεύεται από πράξεις της τουρκικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο, απέναντι στην Ελλάδα και στην Κύπρο, και αναδεικνύει το αυθεντικά επιθετικό και αναθεωρητικό στρατιωτικοποιημένο δόγμα της Τουρκίας του προέδρου Ερντογάν.
- Η Άγκυρα στόχευσε, ταυτόχρονα, στον κλονισμό της εμπιστοσύνης των Ελλήνων πολιτών στην πολιτεία και στους εκλεγμένους πολιτικούς μας ταγούς. Στοχεύει –στόχευε μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον– στην αποδυνάμωση της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδος. Αυτήν την ερμηνεία υποχρεώνομαι να δώσω στις πρωτόγνωρες σε οξύτητα επίσημες επιθέσεις κατά του Πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών μέχρι πολύ πρόσφατα. Είναι καταγεγραμμένες. Επίσης, στις υποβολιμαίες διαρροές περί δήθεν αναντιστοιχίας μεταξύ των δημοσίων και των κατ’ ιδίαν διατυπώσεων των θέσεών μας.

Συχνά επαναλαμβάνω το ερώτημα: ποια θα ήταν η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα, πώς θα ήταν σήμερα η Ελλάδα και η θέση μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αν η Τουρκία είχε πετύχει τον σκοπό της στον Έβρο; Αν είχε κατορθώσει να παραβιάσει τα σύνορά μας;
- Το τουρκικό σχέδιο «κρίση-σύγκρουση-υποταγή» απέτυχε τόσο στον Έβρο, όσο και στο Αιγαίο. Τώρα, λόγω μεταβολής των συνθηκών (προεδρία Μπάιντεν, ευρω-τουρκικές σχέσεις), υποχρεώνεται να δείξει κάποια μικρή έστω «προσαρμοστικότητα». O πρόεδρος Ερντογάν έκανε προφανώς τον απολογισμό του: αποξενώθηκε από τις ΗΠΑ, συγκρούσθηκε με τη Γαλλία, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, τα Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία. Ποιον ακριβώς στόχο πέτυχε; Με τι κόστος; Απομακρύνθηκε επίσης –με τα σημερινά δεδομένα, οριστικά– η προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
- Υπήρχε σε κάποιους, στην Ελλάδα, η ψευδαίσθηση ότι η Τουρκία δεν συνιστά απειλή. Διατυπώθηκε έντονα και δημόσια ακόμη και λίγες μέρες πριν από τον Έβρο. Η αποτυχία της ασύμμετρης επίθεσης στον Έβρο, σε συνδυασμό με την άριστα οργανωμένη επιχειρησιακή ανάπτυξη των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στο Αιγαίο το καλοκαίρι του 2020, έδωσαν στην Ελλάδα νέα ισχυρή αυτοπεποίθηση.
Στο διπλωματικό επίπεδο τόσο κατά την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών κ. Ν. Δένδια στην Άγκυρα, όσο και κατά την συνάντηση του πρωθυπουργού κ. Κυρ. Μητσοτάκη με τον κ. Ερντογάν την άνοιξη, η Ελλάδα πέρασε στην τουρκική ηγεσία, στο τουρκικό πολιτικό κατεστημένο και, βέβαια, στην τουρκική κοινή γνώμη το μήνυμα ότι «δεν μας διαβάζατε σωστά». Σημειώνω ενδεικτικά:
- H προσήλωση στο διεθνές δίκαιο, στις διεθνείς συνθήκες, στις αρχές του Χάρτη του ΟΗΕ και στο ευρωπαϊκό νομικό και πολιτικό κεκτημένο δεν είναι αδυναμία. Είναι δύναμη. Η επιμονή στην πολιτική των χαμηλών τόνων, απέναντι στις καθημερινές προκλήσεις και στην τουρκική Ύβρι, δεν είναι αδυναμία. Είναι δύναμη.
- Λάθος αν ερμηνεύει η Τουρκία την πολιτική μας ως κατευναστική, ως ενδεικτική αδυναμίας ή υποχωρητικότητας. Λάθος να θεωρεί ως αδυναμία την απουσία υψηλών τόνων στους πρωτοφανείς επίσημους προσβλητικούς χαρακτηρισμούς (ακόμη και από τον ίδιο τον πρόεδρο Ερντογάν) κατά της Ελλάδος, κατά των Ελλήνων, κατά των πολιτικών της ηγετών, του Πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών συμπεριλαμβανομένων. Λάθος να θεωρούν την Ελλάδα αδύναμη, επειδή είναι φιλειρηνική.
- Λάθος να ερμηνεύουν τη διαχρονική, εντός των τειχών της Πόλης μας, πολυφωνία και κριτική –δείγμα ώριμης δημοκρατίας– ως αδυναμία ή ακόμη και ως ένδειξη κατανόησης στις θέσεις τους.
- Η αυτο-υπερτιμημένη, παρά την έλλειψη εμπιστοσύνης και τη διολίσθηση της λίρας, Τουρκία προτίμησε να υποτιμά την Ελλάδα. «Αν πέσει η Ελλάδα θα πέσει και η Ευρώπη». Τα λόγια του Ξέρξη (Ηρόδοτος, Πολύμνια 8-9) επαναλήφθηκαν. Τα σχέδια του προέδρου της Τουρκίας προσέκρουσαν στην ισχυρή βούληση της πολιτικής ηγεσίας, στην ομόθυμη στάση των πολιτικών αρχηγών και στις πραγματικές επιχειρησιακές δυνατότητες της Ελλάδος. Η υβριδική τουρκική επίθεση στον Έβρο –με την απάνθρωπη προώθηση αμάχων– κατέρρευσε. Αποτυχία στο χερσαίο πεδίο.

Το καλοκαίρι του 2020, ο πρόεδρος της Τουρκίας μετέφερε την επιθετική δράση –πρωτοφανή σε ένταση και διάρκεια– σε καθαρά επιχειρησιακό πεδίο στο Αιγαίο. Ένστολοι αντί αμάχων. Η Ελλάδα αντιπαρατάχθηκε με επιτυχία στο αεροναυτικό πεδίο. Είχε το πλεονέκτημα, σε συγκεκριμένες επιχειρησιακές πτυχές, στον υποβρυχιακό και ανθυποβρυχιακό αγώνα και στον αέρα.
- Το μήνυμα από το ανώτατο επίπεδο της Πολιτείας μας ήταν καθαρό, λιτό. Θέλουμε την ειρήνη. Είμαστε όμως έτοιμοι, αν απαιτηθεί, για σύγκρουση. Το ζωτικό συμφέρον, το υψηλό ηθικό και τα πατριωτικά κίνητρα –ο παιάνας στους «Πέρσες» του Αισχύλου– απέναντι στην ψευδαίσθηση της αριθμητικής υπεροχής. Επιπλέον, διευθετήσεις, στη βάση αξιών και συμφέροντος, αναδεικνύουν και τη νέα πραγματικότητα. Η Ελλάδα κάθε άλλο παρά μόνη θα είναι.
Όπως συχνά επισημαίνουν ο Πρωθυπουργός και ο κ. υπουργός Εξωτερικών, η θέση μας συνοψίζεται στη φράση «ειρήνη, διάλογος και αναζήτηση λύσεων με βάση τη δύναμη του δικαίου. Όχι την παράλογη ‘λογική’ των όπλων»,
- Ο πρόεδρος Ερντογάν κατάφερε δύο πράγματα το 2020-2021: πρώτον, να πάψουμε να υπερτιμούμε τη δική του Νέα Τουρκία και, δεύτερον, να διώξει όποιο πέπλο σεβασμού υπήρχε στην Ελλάδα για τη γειτονική μας χώρα. Ένας ηγέτης που συμπεριφέρεται αλαζονικά και αυταρχικά, που δεν σέβεται τον λαό του, την ελευθερία, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, την ελευθεροτυπία, τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου και το δικαίωμα στη διαφορετικότητα ας γνωρίζει ότι έχει χάσει τον σεβασμό των άλλων, ιδίως των γειτόνων του. Αποτελεί σύμπτωση άραγε το γεγονός ότι οι αυστηρότερες για την κατάσταση των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην Τουρκία εκθέσεις προέρχονται από ευρωπαϊκούς θεσμούς, οργανώσεις και από τις ΗΠΑ; Κόλαφος οι ετήσιες εκθέσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Μην ξεχνάμε ότι αφορούν μια χώρα που θεωρεί ότι μπορεί να συνεχίσει να είναι μέλος του ΝΑΤΟ και (θεωρητικά) υποψήφια για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
- Ακόμη και τη στιγμή αυτή, η πρόκληση εμπλοκής για την επιβολή τετελεσμένων παραμένει επίσημη επιλογή της Τουρκίας (αυτό είναι το casus belli). Η Ελλάδα διαθέτει ισχυρή πολιτική βούληση, πρωτοφανή εσωτερική νομιμοποίηση, αποτελεσματική διπλωματία, καθώς και την επιχειρησιακή ετοιμότητα των ποιοτικών ενόπλων δυνάμεων, για να απαντήσει πειστικά. Η κρίση, οι απειλές, η αμφισβήτηση της εδαφικής μας ολοκλήρωσης, κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων ήταν και είναι η αναλλοίωτη πολιτική της Τουρκίας. Η ειρήνη, η συνεργασία, ο καθαρά οριοθετημένος διάλογος στη βάση του δικαίου και όχι των πολεμικών απειλών και ιαχών ήταν και είναι η σταθερή πολιτική της Ελλάδος, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων και κυβερνητών. Επιλέγουμε σταθερά το δρόμο της συνεννόησης. Δείξαμε, ταυτόχρονα, ότι είμαστε έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο.
- Το 2020-2021 αποτέλεσε το χρόνο κορύφωσης της επιθετικής πολιτικής της Τουρκίας. Απέτυχε και στο πεδίο της δικής της επιλογής. Μετά τη χρήσιμη και κρίσιμη συνάντηση του κυρίου πρωθυπουργού με τον κύριο πρόεδρο της Τουρκίας, χωρίς αυταπάτες και ψευδαισθήσεις, ευχόμαστε η τωρινή «ανάπαυλα» να μετατραπεί σε σταθερή ειρήνη για την αναζήτηση σημείων συνεργασίας των δύο γειτονικών χωρών στην αποκλειστική βάση του διεθνούς δικαίου και των κανόνων καλής γειτονίας.
Σε περίπτωση εκδήλωσης στρατιωτικής επίθεσης, ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών προβλέπει –άρα επιβάλλει– το δικαίωμα εθνικής και συλλογικής αυτοάμυνας μέχρις ότου το Συμβούλιο Ασφαλείας λάβει «τα αναγκαία μέτρα για την αποκατάσταση και διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας». Η ιστορία της Ελλάδος, παλιότερη και σύγχρονη (28 Οκτωβρίου 1940 και 6 Απριλίου 1941) υπενθυμίζει ότι δεν περιμέναμε το άρθρο 51 του Χάρτη, για να «αμυνθούμε του πατρίου εδάφους». Το μέγεθος των στρατιωτικών δυνάμεων και η πληθυσμιακή υπεροχή του επιτιθέμενου και επίδοξου εισβολέα ουδέποτε αποτέλεσε το κρίσιμο για την αποφασιστικότητα των Ελλήνων μέγεθος. Από την εποχή των Μηδικών.

Η απειλή κήρυξης πολέμου (casus belli) κατά της Ελλάδος προϋπήρχε μεν, αποτελεί δε σήμερα την αυθεντική και σταθερή έκφραση της πολιτικής της Τουρκίας του προέδρου Ερντογάν. Απουσιάζουν από το λεξιλόγιο των εκφραστών της η ειρήνη, το διεθνές δίκαιο και η δέσμευση για ειρηνική επίλυση της διμερούς διαφοράς μας για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Παράλληλα, εντελώς ξεχασμένες και από τους «αρμόδιους» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι δεσμεύσεις που αυτοβούλως ανέλαβε έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Τουρκία, τον Οκτώβριο 2005, ενόψει των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
- Παρότι θέλω να πιστεύω ότι στην πράξη υπάρχει, απορία εν τούτοις προκαλεί η απουσία ομοψυχίας για τη στήριξη της προσπάθειας ενίσχυσης της αμυντικής μας ασπίδας από του βήματος της Βουλής. Και μάλιστα από κόμμα που έχει κυβερνήσει τη χώρα σε δύσκολες περιστάσεις. Το διαπιστώσαμε κατά την κυρωτική της ελληνογαλλικής συμφωνίας συζήτηση. Κρίμα. Θα επαναληφθεί άραγε και κατά την κύρωση της ελληνοαμερικανικής και των συνοδευτικών αυτής κειμένων; Πολύ θα βοηθούσε την προβολή ισχύος της Ελλάδος αν ο πολιτικο-κομματικός συμψηφισμός αλληλοκατηγοριών και ευθυνών (ουδείς αλάνθαστος) θελήσει να εξαιρέσει τη διπλωματία, την άμυνα και την πολιτική εθνικής ασφάλειας.
Ακούω συχνά το ερώτημα, αν μία συμφωνία είναι η καλύτερη δυνατή. Η «τέλεια συμφωνία» δεν υπάρχει. Βρίσκεται μόνο στο πεδίο της ουτοπίας. Όμως οι διαδοχικές συμφωνίες-ασπίδες που υπογράψαμε με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ είναι οι καλύτερες δυνατές στον συγκεκριμένο ιστορικό χρόνο και υπό τις δεδομένες περιστάσεις. Καλόν θα ήταν οι δεσμεύσεις ασφαλείας –σαφείς και ολοκληρωμένες– που περιλαμβάνονται στην επιστολή του υπουργού Εξωτερικών Τόνι Μπλίνκεν και στο έγγραφο της κοινής δήλωσης Δένδια-Μπλίνκεν για τον Γ’ Ελληνοαμερικανικό Στρατηγικό Διάλογο να περιληφθούν ως παραρτήματα της προς κύρωση συμφωνίας.
- Ενισχύοντας την αμυντική και διπλωματική μας ασπίδα, ενισχύουμε την ειρήνη. Επένδυση στην ειρήνη είναι η σωστή, αποτρεπτική και αποτελεσματική προετοιμασία απόκρουσης κάθε απειλής. Το δίκαιο της ισχύος εφαρμόζεται μεταξύ ισχυρού και αδύναμου. Η ισχύς, όμως, του δικαίου υπάρχει μεταξύ ισοδύναμων.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, σπεύδει να αναλύσει τις διμερείς συμφωνίες και πολυμερείς διευθετήσεις της Ελλάδος, εκτιμώντας ότι άμεσα την αφορούν. Όπως άλλωστε θεωρεί ότι την αφορούν, ερμηνεύοντας ότι την απειλούν:
- Η ενδυνάμωση του ισχύος, κύρους και της αξιοπιστίας της Ελλάδος.
- Η ενίσχυση της ελληνικής άμυνας απέναντι στην πολεμική απειλή της Τουρκίας.
- Η άρνησή μας να διευκολύνουμε τα δημοσιευμένα άλλωστε επιθετικά σχέδιά της και να αυτο-αφοπλισθούμε αρχίζοντας από τα νησιά μας (αποστρατιωτικοποίηση).
- Η «αδελφική», κατά δηλώσεις των ηγετών τους, συνεργασία Αιγύπτου-Κύπρου-Ελλάδος και, βέβαια, η καταλυτική σύμπραξη Ισραήλ-Ελλάδος-Κύπρου με τη συμμετοχή και στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών.
- Η στενή αμυντική συνεργασία της Ελλάδος με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία. Η ρήτρα «διμερούς αμυντικής συνδρομής» στη σημαντική συμφωνία με τα Εμιράτα ήταν ο προάγγελος σειράς αναλόγων που ακολούθησαν.
Εν κατακλείδι, ελπίζω και εύχομαι να μην υπάρχουν διαφωνίες ως προς την ουσία του -προς όλους- μηνύματος που έστειλε ο κ. Πρωθυπουργός κατά τη συνάντησή του με την καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ στην Αθήνα: «η Ελλάδα θέλει μόνο φίλους. Το αποδεικνύει, υπογράφοντας συμφωνίες με όλα τα φιλειρηνικά κράτη της περιοχής. Επιθυμεί καλές σχέσεις και με τους γείτονές μας με γνώμονα το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας. Δεν ανέχεται όμως απειλές και αμφισβητήσεις των δικαιωμάτων της».